Βαθιά το χέρι Στην τσέπη πρέπει να βάλουν οι πολίτες για να εμβολιαστούν
Η συμβολή του εμβολιασμού σε επίπεδο ατόμου αλλά και σε επίπεδο δημόσιας υγείας είναι επιστημονικά αποδεδειγμένη και άρρηκτα συνδεδεμένη με την καλή υγεία και ευημερία ενός λαού.
Η καθολικότητα της εφαρμογής του εμβολιασμού και η σθεναρή και αληθινή υποστήριξή του από την πολιτεία αποτελούν στοιχεία μείζονος σημασίας, δεδομένης της τεράστιας σπουδαιότητας που έχει ο εμβολιασμός για την διασφάλιση της Δημόσιας Υγείας.
Λόγω της σπουδαιότητάς του αυτής ο εμβολιασμός πρέπει να καλύπτεται επαρκώς από την πολιτεία αλλά και να οργανώνεται μετά από εμπεριστατωμένη μελέτη των επιδημιολογικών στοιχείων της χώρας, των δεδομένων της εμβολιαστικής κάλυψης των παιδιών, των εφήβων και ενηλίκων με τα εμβόλια που περιλαμβάνονται σε εθνικό χρονοδιάγραμμα με βάση πάντα και τις σύγχρονες συστάσεις των διεθνών οργανισμών.
Η μεταφορά του οικονομικού κόστους του εμβολιασμού στο ίδιο το άτομο, εν μέρει ή συνολικά, ενέχει τον κίνδυνο ο εμβολιασμός αυτός να μην πραγματοποιηθεί, λόγω κυρίως της αδυναμίας κάλυψης του οικονομικού κόστους.
Κάτι τέτοιο είναι ασυμβίβαστο με την διασφάλιση της Δημόσιας Υγείας και την υποχρέωση αυτή καθεαυτή της πολιτείας. Σε αυτό η «pro bono» εμβολιαστική κάλυψη αποτελεί τη λύση.
Στην κατεύθυνση αυτή αξίζει να αναφερθεί ως παράδειγμα ένα από τα σημαντικά εμβόλια, αυτό κατά του μηνιγγιτιδόκοκκου Β, που λειτουργεί σαν ασπίδα για το παιδί απέναντι στη μηνιγγίτιδα Β, το οποίο δεν καλύπτεται από τα ασφαλιστικά ταμεία, παρά το ότι κοστίζει 105 ευρώ η δόση και χρειάζονται δύο ή τρεις δόσεις για τον εμβολιασμό. Το ως άνω παράδειγμα καταδεικνύει έμπρακτα ότι βαθιά το χέρι στην τσέπη πρέπει να βάλουν οι πολίτες σήμερα για να εμβολιαστούν, παρά το ότι η πολιτεία, οι κυβερνώντες διατρανώνουν το «δωρεάν υγεία για όλους».
Στη χώρα μας παρουσιάζονται δυστυχώς προβλήματα στον εμβολιασμό και χαμηλή εμβολιαστική κάλυψη σε επίπεδο πληθυσμού, κυρίως λόγω της λανθασμένης εμβολιαστικής πολιτικής, η οποία εγκυμονεί κινδύνους (χαμηλή εμβολιαστική κάλυψη) και η οποία δεν υποστηρίζει αφενός τον εμβολιασμό ως μια διαδικασία υψίστης σημασίας για την δημόσια υγεία και αφετέρου την πλήρη κάλυψη του κόστους του από την πολιτεία· αντιθέτως, μεταφέρει το κόστος πολλών εμβολίων στον ιδιώτη, προσεγγίζει δε το εμβόλιο όπως το φάρμακο.
Στην κατεύθυνση αυτή, ως παραδείγματα της λανθασμένης πρακτικής που ακολουθείται μπορούν να αναφερθούν:
Η ύπαρξη κλειστού προϋπολογισμού στα εμβόλια και η επιβάρυνσή τους με clawback ως πρακτική, που είναι λάθος, αλλά και οι αποφάσεις και οι νόμοι στην κατεύθυνση αυτή που λειτουργούν ως ημίμετρα όπως «η πρόσφατη απόφαση του Υπουργού Υγείας [Αριθμ. Δ3 (α)/οικ. 63585, ΦΕΚ Β’ 4065/17.09.2018)] να εξαιρέσει από τον υπολογισμό μόνο το μερίδιο ανάπτυξης (το οποίο αποτελεί μόλις το 10% του υπολογιζόμενου clawback ενώ το υπόλοιπο 90% προκύπτει από το τελικό μερίδιο αγοράς της εταιρείας)», που στην πράξη αντιμετωπίζουν απλώς κάποια επιμέρους τεχνικά προβλήματα και δεν προωθούν το ουσιώδες, δηλαδή την πρόληψη.
Τα κενά του νομικού πλαισίου αλλά και η χαλαρότητα του θεσμικού πλαισίου για τον εμβολιασμό στη χώρα μας αποτελούν παράγοντες που δυσκολεύουν την καθιέρωση της καθολικότητας του εμβολιασμού του πληθυσμού. Οι παράγοντες αυτοί δυστυχώς ενισχύονται από πρωτοβουλίες όπως εκείνες των Υπουργών Υγείας και Παιδείας που επιτρέπουν την εγγραφή των μικρών μαθητών στα σχολεία ακόμη και χωρίς να έχουν εμβολιαστεί.
Πρόβλημα που ορθά και αποτελεσματικά πρέπει να αντιμετωπίσει αποτελούν οι ελλείψεις εμβολίων που παρουσιάζονται κατά καιρούς στη φαρμακευτική αγορά και στη χώρα γενικότερα, χαρακτηριστικό στοιχειό απορρύθμισης και αναποτελεσματικής λειτουργίας των υπαρχόντων ελεγκτικών και προστατευτικών μηχανισμών της.
Η έλλειψη ορθής ενημέρωσης για την σπουδαιότητα του εμβολιασμού διαμέσου της εκπαίδευσης αλλά και άλλων ενημερωτικών δράσεων από ειδικούς, οργανισμούς και φορείς, αποτελεί άλλο ένα σημαντικό πρόβλημα που πρέπει να επιλυθεί στην κατεύθυνση της καθολικότητας του εμβολιασμού και κατ’ επέκταση της προάσπισης της δημόσιας υγείας.
Ο μεγάλος πληθυσμός των προσφύγων και λαθρομεταναστών που εισέρχονται στην χώρα μας και η ιδιαίτερη μνεία που πρέπει να δοθεί για στην ορθή και άμεση εμβολιαστική κάλυψή τους αποτελούν άλλο ένα σημαντικό πρόβλημα και επιτακτική ανάγκη αντίστοιχα.
Ασθένειες ξεχασμένες όπως η ιλαρά, έχουν επιστρέψει στη χώρα μας. Από 1/5/2017 και μέχρι 25/10/2018 στην Ελλάδα έχουν καταγραφεί «3258 κρούσματα και 4 θάνατοι λόγω ιλαράς», με μεγαλύτερη τη συχνότητα κρουσμάτων στη Ν. Ελλάδα. Το Ευρωπαϊκό Κέντρο Ελέγχου και Πρόληψης Μεταδοτικών Ασθενειών εκπέμπει σήμα κινδύνου με αφορμή τα υψηλά ποσοστά ιλαράς στην Ελλάδα.
Τα παραπάνω πρέπει όλους να μας κάνουν να προβληματιστούμε και άμεσα ως πολιτεία να προχωρήσουμε σε όλες τις απαραίτητες νομικές, θεσμικές και πολιτικές αλλαγές για τους εμβολιασμούς και την προάσπιση της Δημόσιας Υγείας.
Απαιτούνται όμως πολιτικές υγείας από τους κυβερνώντες:
-που δε νομιμοποιούν αντιεμβολιαστικές δοξασίες,
-που δεν ακυρώνουν αγώνες και προσπάθειες δεκαετιών για την σπουδαιότητα,
την καθιέρωση και την καθολικότητα του εμβολιασμού του πληθυσμού,
-που δεν υπονομεύουν την δημόσια υγεία του πληθυσμού,αλλά που διασφαλίζουν την καθολικότητα του εμβολιασμού και της Δημόσιας Υγείας, μέσα από ένα εμπεριστατωμένο καλά σχεδιασμένο και οργανωμένο-σύμφωνα με τις εμβολιαστικές ανάγκες και βάσει των σύγχρονων συστάσεων των διεθνών οργανισμών-Εθνικό Πρόγραμμα Εμβολιασμών!
Κάνοντας άμεσα πράξη τον πολίτικο λόγο, τις πολιτικές υγείας για το εμβόλιο, καθώς «Verba volant, scripta manent» («Τα λόγια πετούν, τα γραπτά μένουν») και δεν υπάρχει χρόνος για χάσιμο.
Β. Παπαδάκης*
*Ο κ Β. Παπαδάκης, είναι Νοσηλευτής και Οικονομολόγος, ειδικευμένος στην Δημόσια Υγεία και στην Διοίκηση Υπηρεσιών Υγείας, Προϊστάμενος τμήματος στο ΒΓΝΗ, Αντιπρόεδρος του ΔΣ της Ένωσης Νοσηλευτών Ελλάδος περιφέρειας Κρήτη και εκπρόσωπος στην κεντρική ΕΝΕ, Ε. Συνεργάτης. του Τμήματος Νοσηλευτικής του ΤΕΙ Κρήτης, Επιστημ. Συνεργάτης του ΚοιΣΠΕ ΜΙΤΟΣ, μέλος του Οικονομικού Επιμελητηρίου Ελλάδος- ΤΑΚ και Υπεύθυνος του Τομέα Υγείας της ΝΟΔΕ Ηρακλείου