Το Ελληνικό Ζήτημα και οι Μεγάλες Δυνάμεις πριν και μετά το 1821
Ο Νίκος Μπλαζάκης μιλά για το βιβλίο
“Το Ελληνικό Ζήτημα και οι Μεγάλες Δυνάμεις πριν και μετά το 1821”
(Αποσπάσματα από την ομιλία του καλλιτέχνη Νίκου Μπλαζάκη στην παρουσίαση του βιβλίου)
Θα ήθελα να ευχαριστήσω τον Χρήστο Τσαντή για την εμπιστοσύνη που μου έδειξε. Το βιβλίο «Το Ελληνικό Ζήτημα και οι Μεγάλες Δυνάμεις πριν και μετά το 1821, μέσα από Ιστορικές πηγές και Ντοκουμέντα» ταξιδεύει και ο άνεμος είναι ούριος. Και φυσικά όσοι το πήρατε στα χέρια σας και το διαβάσατε θα δείτε ότι πως κάθε κεφάλαιο, κάθε θέμα του, μας δίνει πολύτιμες πληροφορίες, ενώ πυροδοτεί τη συζήτηση και δίνει ερεθίσματα για να γραφτούν νέα κείμενα για πολλές πλευρές της Ιστορίας.
Ας ξεκινήσουμε λοιπόν.
«Τότε ο Γκούρας και τα άλλα παιδιά, εκάτσαμε και φάγαμε ψωμί. Γλεντήσαμε και τραγουδήσαμε. Τότε ο Γκούρας και ο Παπακώστας, μου γύρεψαν να τραγουδήσω. Καιρό είχαμε να τραγουδήσουμε, τόσο καιρό που οι ιδιοτελείς μας έκλεισαν μέσα για να κάνουν τους κακούς τους σκοπούς. Τότε εγώ τραγούδησα πήρα τον ταμπουρά και είπα το τραγούδι αυτό: Ο ήλιος εβασίλεψε Έλληνα μου, εβασίλεψε, και το φεγγάρι εχάθη, και ο καθαρός αυγερινός πήγε κοντά στην πούλια. Τα 4 κουβεντιάζουνε και κρυφοκουβεντιάζουν. Και τότες ο ήλιος τους απάντησε και τότες ο ήλιος του κρένει: Οψές που εβασίλευα, πίσω από μια ραχούλα, άκουσα των γυναικών τα κλάματα και αντρών τα μοιρολόγια, για εκείνα τα ηρωικά κορμιά στον κάμπο σκοτωμένα και μες το αίμα το πολύ ήταν βουτηγμένα για την πατρίδα φύγανε αντρίκια τα καημένα’’. Μακρυγιάννης.
Μου έκανε τρομερή εντύπωση όταν το διάβασα αυτό πόσο πολύ ταιριάζει και με τις μέρες μας η φράση: ‘’Τόσο καιρό που οι ιδιοτελείς μας κλείσανε μέσα για να κάνουν τους κακούς τους σκοπούς». Ο νοών νοείτω.
Επηρεασμένος λοιπόν, από τις αρχές της γαλλικής επανάστασης ‘’Ελευθερία-Ισότητα-Αδερφότητα’’, ο Αντώνης Κυριαζής, είναι το πραγματικό όνομα του Ρήγα Φεραίου. Καλείται από τον Ρώσο πρόξενο τον Αλέξανδρο Υψηλάντη να μεταβεί στην Κων/πολη. Ο Αλέξανδρος Υψηλάντης που αναφέρουμε εδώ είναι ο παππούς αυτού που αναφέραμε με την Φιλική Εταιρεία. Εκεί λοιπόν, μένει στο σπίτι του Υψηλάντη, ως προστατευόμενος του ο Υψηλάντης είναι διερμηνέας του Σουλτάνου, μαθαίνει Ιταλικά, Γερμανικά, Γαλλικά και γνωρίζει τους Φαναριώτες και τον υψηλόβαθμο κλήρο.
Τους γνωρίζει όλους αυτούς και αρχίζει να τους μισεί, τους θεωρεί εκβιαστές και φωτοσβήστες. Μισεί τους κοτζαμπάσηδες αλλά και τους Βογιάρους γιατί όπως αναφέρει ρουφάνε σαν βδέλλες το αίμα του αγρότη ραγιά. Έτσι λοιπόν αυτές οι αρχές τον κάνουν να ηγηθεί και στην Φιλική Εταιρεία όχι μόνο στην Κωνσταντινούπολη αλλά και στην Βιέννη που θα πάει αργότερα και στην Πάτρα και στην Τεργέστη.
Ακολούθησε τον Αλέξανδρο Υψηλάντη όταν πήγε να γίνει ηγεμόνας στην Μολδαβία. Έπειτα τσακώνονται και χωρίζονται. Πάει στην πλατεία με τον Νικόλα Μαυρογένη, όπου και μετά τον Ρωσοτουρκικό πόλεμο ο Μαυρογένης δολοφονείται από τους Τούρκους και ο Φεραίος πάει στο Βουκουρέστι. Πριν φύγει όμως από την Κωνσταντινούπολη στέλνει ένα γράμμα στον πατέρα του το γέρο-Κυριαζή, αφού πέθανε και ο Σουλειμάν Μουσταφά, να παντρέψει την αδερφή του, Ασήμω, με έναν εγγράμματο αλλά φτωχό νέο τον Αντώνη Κώστογλου.
Ο γάμος γίνεται. Ο Ρήγας δρα στην Βιέννη είναι γνωστό, και αυτό προκαλεί ανησυχία στην Υψηλή Πύλη, στους Φαναριώτες, και όλους τους υπόλοιπους. Ο γιος του Σουλεϊμάν Μουσταφά σκοτώνει τον γέρο Κυριαζή και Οθωμανοί εισβάλουν αυτοβούλως στο σπίτι της Ασήμως, και αφού την κακοποιούν την κρεμάνε. Τον Κώστογλου τον παλουκώνουν. ΚΙ εδώ θα ήθελα να κάνω μία παρένθεση ότι το παλούκωμα δεν ήταν μία απλή υπόθεση, υπήρχε ειδικότητα στον στο στρατό παλουκωτή, ο οποίος παλούκωνε τον καψερό τόσο επιδέξια που μπορεί να άντεχε στο παλούκι ώρες αλλά και μέρες, και από δίπλα ήταν ο δήμιος που περίμενε μήπως και λυπηθεί κανείς τον καψερό, και του δώσει μπαξίσι (φιλοδώρημα) για να του πάρει το κεφάλι.
Έτσι φυσικά, διαλύεται και η οικογένεια Κυριαζή από το Βελεστίνο, όπως περιγράφει το βιβλίο του Χρήστου. Θα προχωρήσω παρακάτω, σε όλα αυτά που λέει ο Ρήγας. Με τις εντυπώσεις του Θόρτον, ένας Άγγλου περιηγητή, όταν ήρθε στην τουρκοκρατούμενη Ελλάδα, και μας λέει: ‘’Οι Ρωμιοί έχουν τους μεγαλύτερους εχθρούς ανάμεσά τους. Αυτοί είναι οι Κοτζαμπάσηδες, ελληνικής καταγωγής, που κάνουν τούμπες στους Τούρκους. Φορολογούν με τον χειρότερο τρόπο εκείνους που πρέπει να αγαπούν και να παρηγορούν’’.
Αυτό είναι και το μίσος του Ρήγα στους Κοτζαμπάσηδες, τους Φαναριώτες και τους Βογιάρους. Φυσικά, όλοι αυτοί φορτωμένοι από σατραπισμό, και ψωροφαντασία, εξαγοράζουν τα στασίδια στην εκκλησία να κάτσουν δίπλα στους δεσποτάδες.
Κάτω από τους Τούρκους οι Ρωμιοί είναι σκλάβοι. Κάτω όμως από την εξουσία των δικών τους ανθρώπων των Κοτζαμπάσηδων δηλαδή, δίνονται ολότελα και γίνονται 100 φορές πιο δυστυχισμένοι. Όπως γράφει ο Χ. Τσαντής, ο Φελίξ Μποζούρ είναι ένας Γάλλος διπλωμάτης που έρχεται πρόξενος στη Θεσσαλονίκη και γράφει ένα βιβλίο το οποίο εκδόθηκε το 1800 στο Παρίσι. Αναφέρει μέσα ότι «χιλιάδες εργάζονται για τρέφουν τους τσιφλικάδες, μερικοί τύραννοι βυζαίνουν από ολόκληρες επαρχίες τον όγκο της δουλειάς, των δουλευτάδων της γης. Στους δυστυχισμένους αγρότες αφήνουν μόνο ένα κομμάτι ψωμί, κι αυτό πολλές φορές τους το παίρνουν ότι μαζεύουν δεν τους φτάνει αλλά το πουλάνε για να γεμίζουν παράδες. Στη Μακεδονία οι αγρότες πεθαίνουν από την πείνα ενώ τα αφεντικά πλουτίζουν στην πλάτη τους. Οι Κοτζαμπάσηδες δεν είναι λαοπρόβλητοι όπως κάποιοι γράφουν ή θέλουν να μας πουν. Το ίδιο και οι πληρεξούσιοι. Ζουν σε βάρος του ραγιά εισπράττουν 100 και δίνουν στους Τούρκους μόνο τα 25’’.
Τέτοιος είναι ο Κοτζαμπάσης. Ο Κοτζαμπάσης μπροστά στον Τούρκο, όπως λέει ο Φωτάκος ο υπασπιστής του Κολοκοτρώνη, δεν διαφέρει από τον Τούρκο σε τίποτα ούτε στην ενδυμασία, ούτε στην περπατησιά του, ούτε στην ευζωία μέσα στο σπιτικό του. Αντί για Χασάν τον λένε Γιάννη και αντί να πηγαίνει στο τζαμί πάει στην εκκλησία.
Τον καιρό της επανάστασης, οι Τούρκοι αγάδες, οι άρχοντες και οι καπεταναίοι μεταχειρίζονταν την αγροτιά, όπως τους δούλους στην αρχαιότητα. Μάλιστα οι αγρότες έπρεπε να στέκονται με προσοχή και με σκυμμένο το κεφάλι μπροστά στον αφέντη. Ο αφέντης μιλούσε, κι αλίμονο τους αν αντιμιλούσαν.
Αλλά το βιβλίο μας διαφωτίζει και για το πώς αντιμετώπισε τις εξελίξεις η τούρκικη πλευρά.
Υπάρχει έγγραφο από τον Αχμέτ Ζαβζέτ Πασά προς την τουρκική διοίκηση το 1893. Οι απεσταλμένοι εισπράκτορες της κυβέρνησης διαπράττουν καταπιέσεις και αδικίες εισπράττοντας τα τοπικά έξοδα, τρεις και τέσσερις φορές παραπάνω από όσο πρέπει να εισπράξουν. Τα οποία εισπράττουν με βία από τους Χριστιανούς. Ανά 6 μήνες ήταν οι Έλληνες υποχρεωμένοι να δίνουν κεφαλικό φόρο είτε δύο φλουριά, είτε μία χρυσή λίρα. Ο Γκιουλέκ Βογιατζής ήταν ένας φοροεισπράκτορας Τοουρκαλβανός, σωματώδης με βλογιοκομμένη μούρη. Όλοι τον φοβόντουσαν. Ο Μπάιρον που τον είχε δει έλεγε ότι ήταν σαν δαίμονας που βγήκε από την κόλαση. Αυτός λοιπόν κρατούσε έναν κόπανο και απειλούσε ότι θα τσάκιζε το κεφάλι ή τα πλευρά. ‘Ήταν όμως κουτός. Δεν ήξερε να ξεχωρίσει τα νομίσματα. Γι’ αυτό ορισμένοι πριν δώσουν το φόρο τους γυάλιζαν κάποιες μπακιρένιες δεκάρες. Κι από εκεί βγήκε η φράση: ‘τα μυαλά του και μια λίρα και του μπογιατζή ο κόπανος’’.
Μια αποκαλυπτική περιήγηση μέσα από ιστορικές πηγές, διπλωματικά έγγραφα και ντοκουμέντα, στα χρόνια πριν και μετά την Επανάσταση του 1821. Ο αναγνώστης μπορεί να βγάλει μόνος του τα συμπεράσματά του, καθώς περπατά στα βήματα του Ρήγα, διαβάζοντας αποσπάσματα της αλληλογραφίας αυτοκρατόρων και διπλωματών των Μεγάλων Δυνάμεων, έγγραφα, κείμενα και άλλες πηγές σχετικά με το Ελληνικό Ζήτημα… Ανάμεσά τους ξεχωρίζουν τα κείμενα του Βολταίρου, του Ναπολέοντα, της Μεγάλης Αικατερίνης, του αυτοκράτορα της Αυστρίας Ιωσήφ Β΄, του Γάλλου περιηγητή Cornelius le Brun, του Τσάρου Αλέξανδρου του Α΄, του Βαρόνος Thugut, επιτετραμμένου της Αυστρίας στην οθωμανική Πύλη, του William Eton, Πρόξενου της Μ. Βρετανίας στη Ρωσία και την Τουρκία, του Felix Beaujour, διπλωμάτη και συγγραφέα, του Βαρόνου Rathkeal, πρεσβευτή της Αυστρίας στην Κωνσταντινούπολη, του Γάλλου Διοικητή της Λευκάδας Royer, του Ρώσου υποναύρχου Ουσακώφ, των K. Marx και F. Engels, του Φρειδερίκου Τιρς, του λόρδου Στράνγκφορντ, πρεσβευτή της Μεγάλης Βρετανίας στην Κωνσταντινούπολη, του Λόρδου Palmerston, του Ναύαρχου Codrington, του λόρδου John Russell , πρωθυπουργού και υπουργού εξωτερικών της Μ. Βρετανίας, του Ρήγα Φεραίου, του Χριστόφορου Περραιβού, συναγωνιστή του Ρήγα, του Φωτάκου, του Αδαμάντιου Κοραή, υπασπιστή του Θ. Κολοκοτρώνη, του Κ. Σαθά, του Νίκου Πολίτη, του Σπυρίδωνα Τρικούπη, του Φοίβου Γρηγοριάδη, του Γιώργη Λαμπρινού, του Γ. Κορδάτου και άλλων.