Το καλοκαίρι του 1938 ο γάλλος σουρεαλιστής συγγραφέας Αντρέ Μπρετόν επισκέφθηκε την Πόλη του Μεξικού. Κατά τη διάρκεια της επίσκεψής του, πέρασε πολύ χρόνο με τον εξόριστο Λέων Τρότσκι. Κατά την επιστροφή του στο Παρίσι, ο Μπρετόν έδωσε μια αστραφτερή περιγραφή του Τρότσκι και του μικρού κύκλου οπαδών, βοηθών και προστατών του, επαινώντας ιδιαίτερα έναν άνθρωπο που ονόμασε «σύντροφο Βαν», ο οποίος εργαζόταν ως γραμματέας του Τρότσκι και ως σωματοφύλακάς του.

«Οποιος έχει να κάνει με αυτόν», έλεγε ο Μπρετόν, «γνωρίζει την εξαιρετική νοημοσύνη και ευαισθησία του, την ταχύτητα και τη σαφήνεια της κρίσης του…». Και συνέχισε τονίζοντας τη στιγμή που, σε ηλικία 18 ετών, παρόλο που είχε γίνει δεκτός στην περίφημη École Normale Supérieure, εγκατέλειψε τα πάντα και «προσέφερε αυθόρμητα τις υπηρεσίες του στον Τρότσκι». «Προς το παρόν, είναι πολύ φτωχός, επειδή ο Τρότσκι δεν έχει τα μέσα να δώσει τίποτα στους γραμματείς του, εκτός από έναν ύπνο και διατροφή. Συνεχίζει να ζει χωρίς να έχει το ελάχιστο δικό του προσωπικό αγαθό» ανέφερε ο Μπρετόν στους ακροατές του, περιγράφοντας τον σύντροφο Βαν ως «ό,τι μπορούσε να θέλει ο Τρότσκι σε έναν άνθρωπο… είναι ένας πραγματικός άνθρωπος, ένας φίλος με κάθε έννοια της λέξης».

Ο σύντροφος Βαν έγραψε στον Μπρετόν για να διορθώσει ορισμένες από τις ανακρίβειες στην ομιλία του. Ηταν 20, όχι 18, όταν πήγε να εργαστεί για τον Τρότσκι, του είπε. Και δεν «προσέφερε αυθόρμητα την υπηρεσία του». Του είχε ζητηθεί. Οσο για το ότι ήταν πολύ φτωχός, υπηρέτησε έναν σκοπό και τα χρήματα δεν είχαν καμία σχέση με αυτό. Αλλωστε, οι μαθητές περίμεναν πληρωμή από τον Ιησού;

Ο Ρέι Μονκ, βιογράφος του Λούντβιχ Βιτγκενστάιν, υφηγητής Φιλοσοφίας και διευθυντής του Κέντρου Μεταναλυτικής Φιλοσοφίας του Πανεπιστημίου του Σαουθάμπτον, γράφει για τον χαρισματικό βοηθό του Τρότσκι στο αγγλικό πολιτικό περιοδικό «Prospect» πως ο σύντροφος Βαν ήταν ένας άνθρωπος για τον οποίο η ακρίβεια και η σαφήνεια ήταν σημαντικές. Αφού τον χαρακτήρισαν στη μεταγενέστερη ζωή του, όταν από τον πολιτικό ακτιβισμό στράφηκε στον ακαδημαϊκό χώρο. Οι φιλόσοφοι της λογικής και των μαθηματικών τον γνωρίζουν με το όνομα που του δόθηκε κατά τη γέννηση: Jean van Heijenoort. Και ως συγγραφέα του «From Frege to Gödel: A Source Book in Mathematical Logic, 1879-1931», ενός βιβλίου που έχει θεωρηθεί απαραίτητο στους αγγλόφωνους σπουδαστές της Λογικής από την πρώτη του έκδοση το 1967. Λίγοι όμως από τους ακαδημαϊκούς γνωρίζουν τη σχέση του με τον Τρότσκι.

Η ζωή αυτού του εξαιρετικού ανθρώπου ξεκινά το 1912, με τη γέννησή του στην αγροτική περιοχή Κρέιγ της Γαλλίας. Στην κοινότητα στην οποία μεγάλωσε, δεν αναμενόταν ότι τα παιδιά θα ακολουθούσαν μια εκπαίδευση πέρα από το δημοτικό σχολείο, αλλά ο Ζαν ήταν ευφυής και τον έστειλαν να συνεχίσει τις σπουδές του φτάνοντας – κορυφαίος σχεδόν όλων των τάξεων που παρακολούθησε – στο διάσημο Lycée Saint-Louis στο Παρίσι, όπου ήταν μέλος μιας μαθητικής ομάδας για προχωρημένα μαθηματικά, κάνοντας προετοιμασία για την École Normale Supérieure. Αν και δεν πέρασε στο ελίτ ίδρυμα, είχε αποκτήσει προηγμένες γνώσεις μαθηματικών, φιλοσοφίας, φυσικής, χημείας και γαλλικής λογοτεχνίας και μπορούσε να διαβάσει λατινικά, ελληνικά και γερμανικά και να διδάξει ρωσικά. Η ευχέρειά του στις γλώσσες ήταν ο λόγος που αρχικά ο Τρότσκι τον προσέλαβε για γραμματέα.

Στο Ligue Communiste

Από τα μαθητικά του χρόνια μυήθηκε στον κομμουνισμό και στο Παρίσι εντάχθηκε στο Ligue Communiste, γαλλικό παράρτημα της Διεθνούς Αριστεράς Αντιπολίτευσης του Τρότσκι. Εκείνη τη στιγμή ήταν τόσο αφοσιωμένος στην αιτία, που όταν του ζητήθηκε από τον αρχηγό του κινήματος στη Γαλλία Ρεϊμόν Μολινιέ να εργαστεί ως γραμματέας του Τρότσκι, χωρίς δισταγμό εγκατέλειψε τα σχέδια για σπουδές και ταξίδεψε στο νησάκι Πρίγκιπος στην Τουρκία, όπου ο Τρότσκι και η σύντροφός του Ναταλία ζούσαν εξόριστοι από το 1929. Για τα επόμενα επτά χρόνια, ο Βαν Χάιγενουρτ ήταν το δεξί χέρι του Τρότσκι, μεταγράφοντας και μεταφράζοντας τα γραπτά του, τα οποία κατέγραφαν την επιδεινούμενη κατάσταση στην Ευρώπη και τη φύση της ναζιστικής απειλής, καθώς και τις εξελίξεις στη Σοβιετική Ενωση. Μάλιστα ο Βαν Χάιγενουρτ ενεργούσε και ως σωματοφύλακας του Τρότσκι, οπλοφορώντας διαρκώς και συνοδεύοντάς τον στη Δανία, τη Γαλλία, τη Νορβηγία και την Πόλη του Μεξικού. Ολο αυτό το διάστημα τον γνώρισε πολύ καλά, όπως ο ίδιος περιγράφει στο βιβλίο που δημοσιεύτηκε το 1978 «With Trotsky in Exile: From Prinkipo to Coyoacán».

Η ζωή στην Πόλη του Μεξικού, παρά το συνεχές άγχος ότι ο Τρότσκι αποτελούσε στόχο σταλινιστών δολοφόνων, ήταν αρκετά ευχάριστη για τον στενό τους περίγυρο. Εκεί συναναστράφηκαν διανοουμένους, πολιτικούς ακτιβιστές και καλλιτέχνες. Ετσι γνώρισαν τον Ντιέγκο Ριβέρα, χάρη στον οποίο είχαν ένα σπίτι για να ζήσουν. Ηταν το «μπλε σπίτι» της Φρίντα Κάλο, το μετέπειτα σπίτι – μουσείο αφιερωμένο στη ζωή και τη ζωγραφική της. Οπως πολλοί άνδρες πριν και ύστερα από αυτόν, ο Βαν Χάιγενουρτ γοητεύτηκε από την ευθύτητα και την ομορφιά της Κάλο, κάνοντας σχέση μαζί της. Αν και σύντομη σε διάρκεια και διακριτική σε έκφραση, λάτρεψε τη σχέση τους για το υπόλοιπο της ζωής του. «Ηταν μία από τις υπέροχες γυναίκες της ζωής μου. Βαθιά αισθησιακή, εξαιρετικά έξυπνη, εντυπωσιακά όμορφη. Καμία άλλη γυναίκα που γνώρισα δεν ήταν σαν εκείνη», είπε κάποτε μιλώντας για τη Φρίντα.

Στο Μεξικό, ο Βαν Χάιγενουρτ έπαιξε μεγάλο ρόλο στη συγκέντρωση στοιχείων για την υπεράσπιση του Τρότσκι ενάντια στις κατηγορίες που διατυπώθηκαν γι’ αυτόν κατά τη διάρκεια των εικονικών δικαστηρίων που πραγματοποιήθηκαν στη Μόσχα το 1936 και το 1937. Κατόπιν αιτήματος του Τρότσκι, ιδρύθηκε μια διεθνής εξεταστική επιτροπή, με πρόεδρο τον επιφανή φιλόσοφο Τζον Ντιούι, για να διερευνήσει τις κατηγορίες του Στάλιν. Το έργο της προετοιμασίας για την έρευνα ήταν μεγάλο και το ανέλαβε κατά πολύ ο Βαν Χάιγενουρτ. Οι ακροάσεις πραγματοποιήθηκαν τον Απρίλιο του 1937 και καλύφθηκαν εκτενώς από τα παγκόσμια μέσα ενημέρωσης. Σχεδόν κάθε φωτογραφία του Τρότσκι στις ακροάσεις δείχνει τον Βαν Χάιγενουρτ να κάθεται στα δεξιά του. Ο Ντιούι περιέγραψε την εργασία της επιτροπής ως «την πιο ενδιαφέρουσα μοναδική πνευματική εμπειρία της ζωής μου». Και η ετυμηγορία που επιτεύχθηκε τόνιζε ότι ο Τρότσκι «δεν ήταν ένοχος» για τις κατηγορίες του Στάλιν.

«Επρεπε να είμαι μόνος μου για τον εαυτό μου»

Το καλοκαίρι του 1939 στο Μεξικό, ο Βαν Χάιγενουρτ κάνει τον δεύτερο γάμο του, με τη νεαρή Αμερικανίδα Μπάνι Γκουαγέ. Λίγους μήνες αργότερα, αποφασίζει να φύγει για τη Νέα Υόρκη με σκοπό να οργανώσει τους τροτσκιστές. «Εζησα τόσα χρόνια στη σκιά του Τρότσκι», εξήγησε αργότερα, «που έπρεπε να είμαι μόνος μου για τον εαυτό μου». Δεν είδε ποτέ ξανά τον Τρότσκι.

Στη Νέα Υόρκη ο Βαν Χάιγενουρτ είχε συναντήσεις με τους αμερικανούς τροτσκιστές, έγραφε άρθρα για το περιοδικό τους, την «Τέταρτη Διεθνή», και έμενε ώρες στη Δημόσια Βιβλιοθήκη μελετώντας έργα ιστορίας, πολιτικής, λογοτεχνίας, φιλοσοφίας και μαθηματικών. Ηταν στη Βαλτιμόρη όταν, στις 21 Αυγούστου 1940, ήρθε η είδηση της δολοφονίας του Τρότσκι. Ο Βαν Χάιγενουρτ κατηγόρησε τον εαυτό του. Αν ήταν εκεί, επέμενε, θα είχε αναγνωρίσει αμέσως ότι ο δολοφόνος, ο Ισπανός Ραμόν Μερκαντέρ, δεν ήταν, όπως ισχυρίστηκε, Βέλγος.

«Επρεπε να χτίσω μια άλλη ζωή»

Μετά τον θάνατο του Τρότσκι, ο κόσμος του Βαν Χάιγενουρτ ήταν ένα πιο σκοτεινό και ψυχρό μέρος. Για τα επόμενα χρόνια συνέχισε τη σχέση του με τους αμερικανούς τροτσκιστές, αλλά σιγά σιγά απομακρύνθηκε από τον πολιτικό ακτιβισμό και στράφηκε προς τον ακαδημαϊκό χώρο. Το καλοκαίρι του 1945, εγγράφηκε ως μεταπτυχιακός φοιτητής Μαθηματικών στο Πανεπιστήμιο της Νέας Υόρκης. Το 1948 δημοσίευσε ένα άρθρο με τίτλο «Ισολογισμός ενός αιώνα», απορρίπτοντας όλες τις μορφές του μαρξισμού. «Για μένα η μπολσεβικική ιδεολογία», είπε αργότερα, «ήταν μέσα σε ερείπια. Επρεπε να χτίσω μια άλλη ζωή».

Ετσι, ο «σύντροφος Βαν» έγινε πολίτης των ΗΠΑ και άρχισε να αποκαλείται Τζον βαν Χάιγενουρτ. Στο δεύτερο μισό της ζωής του, η εμμονική ακρίβεια που είχε προηγουμένως δείξει υπηρετώντας τον Τρότσκι θα ανακατευθυνόταν. Το ίδιο και η πολιτική σκέψη και γραφή του. Αρχισε να δημοσιεύει άρθρα για τη Λογική και για επτά χρόνια αφιερώθηκε στη σύνταξη του βιβλίου του «From Frege to Gödel». Ωστόσο, η σύνδεση του Βαν Χάιγενουρτ με τον Τρότσκι δεν έσβησε, αφού ο ίδιος συνέβαλε στην απόκτηση του αρχείου του Τρότσκι από το Χάρβαρντ. Ομως ο εγγονός του Τρότσκι, Σιέβα, παρατήρησε το 1958 ότι ο προηγουμένως γοητευτικός, ενεργός, δυναμικός και συμπαθητικός Βαν είχε γίνει ένα διαφορετικό άτομο: «σιωπηλός, λυπημένος, μακρινός».

Μέχρι εκείνη τη στιγμή είχε καταρρεύσει και ο δεύτερος γάμος του και είχε παντρευτεί και χωρίσει μια τρίτη γυναίκα. Στην Πόλη του Μεξικού παντρεύτηκε την τέταρτη σύζυγό του Αν-Μαρί, κόρη του δικηγόρου της Ναταλίας. Αυτός ήταν ο πιο θυελλώδης γάμος από όλους, με επαναλαμβανόμενους χωρισμούς και επανενώσεις. Σε μία από αυτές, τον Μάρτιο του 1986, πήγε στην Πόλη του Μεξικού για να συναντήσει τη συναισθηματικά διαταραγμένη Αν-Μαρί. Δύο ημέρες μετά την άφιξή του, η υπηρέτριά της τον βρήκε στο κρεβάτι με τρεις σφαίρες στο κεφάλι του. Η Αν-Μαρί, αφού τον πυροβόλησε, έβαλε το όπλο στο στόμα της και πυροβόλησε για άλλη μία φορά.

kriti.gr