Πτώση Φάντομ: Τα πιθανά σενάρια της τραγωδίας – Έρευνες για τον κυβερνήτη
Κορυφώνεται η αγωνία για τον κυβερνήτη του F-4 Phantom που κατέπεσε στην Ανδραβίδα και είχε σαν αποτέλεσμα να χάσει τη ζωή του ο 29χρονος συγκυβερνήτη Μάριος – Μιχαήλ Τουρούτσικας.
Οι έρευνες για τον εντοπισμό του 31χρονου κυβερνήτη Ευστάθιου Τσιτλακίδη θα συνεχιστούν σε όλη τη διάρκεια της νύχτας. Σύμφωνα με την τελευταία ενημέρωση στην περιοχή επιχειρούν 1 C-130, 1 Super Puma, 1 S-70 (τα Ε/Π θα εναλλάσσονται κατά τη διάρκεια της νύκτας) και πλωτά μέσα του ΛΣ.
Πώς έγινε η τραγωδία στην Ανδραβίδα
Σύμφωνα με την ανακοίνωση του Γενικού Επιτελείου Αεροπορίας τη Δευτέρα 30 Ιανουαρίου 2023 και ώρα 10:30, το διθέσιο αεροσκάφος F-4 Phantom II της 338 Μοίρας της 117 Πτέρυγας Μάχης που εκτελούσε εκπαιδευτική πτήση, κατέπεσε στη θαλάσσια περιοχή 25 ναυτικά μίλια νότια του αεροδρομίου Ανδραβίδας,
Οι τελευταίες στιγμές πριν την πτώση
Σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία του ρεπορτάζ, τα οποία παρουσίασε ο ΣΚΑΪ στο κεντρικό του δελτίο, το F-4 εκτελούσε πτήση σε ζεύγος με άλλο αεροσκάφος, σε πολύ χαμηλό ύψος, κάτι που σημαίνει ότι είχαν μηδενικά περιθώρια αντίδρασης, αν κάτι πήγαινε στραβά.
Σύμφωνα με πληροφορίες, οι χειριστές του άλλου αεροσκάφους αντιλήφθηκαν ότι κάτι δεν πάει καλά στο έτερο F-4 και ειδοποίησαν τον πύργο ελέγχου.
Πληροφορίες που δεν έχουν επιβεβαιωθεί από επίσημα χείλη, αναφέρουν ότι οι δύο χειριστές του F-4 πρόλαβαν και ειδοποίησαν για βλάβη και έλαβαν εντολή να εγκαταλείψουν το αεροσκάφος. Όλες οι λεπτομέρειες του δυστυχήματος θα διευκρινιστούν από την έρευνα που θα πραγματοποιήσει η ειδική επιτροπή.
Τα πιθανά αίτια της τραγωδίας
Μιλώντας στην ΕΡΤ ο πιλότος και εμπειρογνώμων αεροπορικών ατυχημάτων, Παντελής Φραγκούλης και ο αεροναυπηγός Φαίδων Καραϊωσηφίδης αναφέρθηκαν στα πιθανά αίτια της πτώσης του F-4 Phantom.
«Τα αεροσκάφη αυτά, μπορεί να είναι παλαιού τύπου, έχουν όμως εκσυγχρονιστεί όλα αυτά τα χρόνια, έχουν μπει πολύ σύγχρονα ηλεκτρονικά συστήματα. Πρέπει να ξέρετε ότι τα αεροσκάφη αυτά και όλα τα αεροσκάφη, ό,τι πετάει στον αέρα, υπόκεινται σε μεγάλες επιθεωρήσεις. Και όταν λέμε επιθεώρηση ενός αεροσκάφους, εννοούμε ότι αλλάζονται πολλά μα πάρα πολλά βασικά εξαρτήματά του. Από’ κει και πέρα γίνεται ένα καινούργιο αεροσκάφος», είπε αρχικά ο κ. Φραγκούλης.
Ο κ. Φραγκούλης τόνισε ότι η συγκεκριμένη πτήση δεν είναι ρουτίνας, διότι «οι χαμηλές πτήσεις ακολουθούν το ανάγλυφο του εδάφους. Δηλαδή το αεροπλάνο, πετάει πάνω από το έδαφος, να φανταστούμε στα 100 πόδια, στα τριάντα μέτρα σχεδόν ή και χαμηλότερα. Ακολουθεί το ανάγλυφο του εδάφους ώστε να μην γίνεται αντιληπτό από τα ραντάρ. Το ίδιο ακολουθείται και στη θάλασσα. Η πτήση όμως αυτή πάνω από το έδαφος δεν είναι μια απλή πτήση ρουτίνας. Γίνεται με πολύ μεγάλη ταχύτητα, με κλειστές στροφές προκειμένου να αποφεύγει διάφορα εμπόδια. Είναι μια πολύ δύσκολη πτήση. Είναι μια πολύ δύσκολη άσκηση, την οποία την κάνουν σχεδόν συχνά όλοι οι χειριστές αυτών των αεροσκαφών».
Δύσκολα αεροσκάφη τα F-4 Phantom
Ο κ. Καραϊωσηφίδης, συμφώνησε με τα λεγόμενα του εμπειρογνώμονα. «Τα F-4 Phantom είναι δύσκολα αεροσκάφη. Σκεφτείτε ότι σήμερα υπάρχουν μαχητικά που έχουμε σε υπηρεσία, τα Rafale, που τα εκσυγχρονίζουμε, τα οποία σε περίπτωση που ο πιλότος αποπροσανατολιστεί, μπει σε έναν ελιγμό που είναι επικίνδυνος, υπάρχει τρόπος πατώντας ένα κουμπί, το αεροπλάνο να έρθει ευθεία και οριζόντια. Έχει αναπτυχθεί τέτοιο σύστημα και είναι σε ισχύ. Τα αεροπλάνα αυτά, επίσης, έχουν ένα ηλεκτρονικό σύστημα ελέγχου πτήσης», είπε αρχικά.
«Το F-4 Phantom είναι ένα αεροπλάνο σχεδιασμένο τη δεκαετία του ’50, εξελιγμένο στις αρχές της δεκαετίας του ’60, που τα περισσότερα συστήματα του είναι ηλεκτρομηχανικά, αλλά οποιοδήποτε ιπτάμενο μέσο, το οποίο ένας μηχανικός το υπογράφει και το αποδεσμεύει και ένας πιλότος το υπογράφει και το αποδέχεται για πτήση, είναι ασφαλές. Μη ασφαλή αεροπλάνα δεν πετάνε, πολύ δε περισσότερο στην Ελλάδα, σε μια αεροπορία του ΝΑΤΟ, σε μια αεροπορία η οποία έχει το υψηλότερο στάνταρ ασφάλειας», συμπλήρωσε.
«Όλα τα ενδεχόμενα είναι ανοικτά», υπογράμμισε ο κ. Καραϊωσηφίδης για τα πιθανά αίτια της σημερινής τραγωδίας και πρόσθεσε: «Εγώ δεν θα μπορούσα να αποκλείσω την τεχνική βλάβη, ένα απρόοπτο γεγονός. Να θυμίσω ότι στο παρελθόν έχουμε αρκετά περιστατικά, όπου έχουμε χάσει αεροπλάνα κυριολεκτικά από απρόοπτο γεγονός. Έχει συγκρουστεί μεγάλο πουλί με μονοκινητήριο αεροπλάνο, μπήκε στον κινητήρα, ο κινητήρας έσκασε, αλλά εκεί υπήρξε εγκατάλειψη του αεροσκάφους».
«Όλα τα μαχητικά έχουν καθίσματα και φυλασσόμενα γιατί είναι αδύνατον ο χειριστής να βγει με άλλο τρόπο από το αεροσκάφος με τη μεγάλη ταχύτητα που πετάει. Αλλά η εκτίναξη και η χρήση των καθισμάτων αυτών δεν διασφαλίζει και τη διαφυγή. Δηλαδή έχουμε πολλές περιπτώσεις όπου το μικρό ύψος, η στάση του αεροπλάνου στην εκτίναξη, η σχετική θέση με το έδαφος έχει σαν αποτέλεσμα την αποτυχία αυτής της διαδικασίας», διευκρίνισε.
«Υπάρχει περίπτωση να εκτινάχθηκαν τελευταία στιγμή», συμπλήρωσε μεταξύ άλλων, ο αεροναυπηγός. «Η εκτίναξη σε τέτοια ύψη (30 μέτρων) θεωρητικά στέλνει τα καθίσματα σε ύψος ασφαλές για να ανοίξουν τα αλεξίπτωτα, αλλά δυστυχώς έχουμε δει πάρα πολλές φορές περιστατικά, όπου η εγκατάλειψη δεν είναι επιτυχής και αν οι πληροφορίες είναι σωστές – ότι έχουμε αλεξίπτωτο στο νερό και νεκρό τον χειριστή οπλικών συστημάτων του αεροσκάφους, δηλαδή τον συγκυβερνήτη – φοβάμαι ότι ίσως έχουμε ένα τέτοιο περιστατικό».
Πόσο πιθανό είναι το λάθος του χειριστή
Ένα άλλο πιθανό σενάριο αποτελεί το λάθος χειριστή του αεροσκάφους, σύμφωνα με τον κ. Καραϊωσηφίδη. «Έμπειροι χειριστές κάνουν λάθος. Δυστυχώς συμβαίνει ή ξεκινάει μια αλυσίδα. Ποτέ μια συντριβή, μια πτώση αεροσκάφους δεν είναι αποτέλεσμα μιας και μοναδικής αιτίας, είναι συνήθως συνδυασμός. Ξεκινάμε από κάπου και για να συντριβεί τελικά το αεροσκάφος εξελίσσεται με τέτοιο τρόπο που δεν είναι αντιμετωπίσιμη κατάσταση».
Κλείνοντας, ο κ. Φραγκούλης ξεκαθάρισε ότι δεν υπάρχει μαύρο κουτί σε αυτά τα αεροσκάφη και συμπλήρωσε ότι «από τα συντρίμμια πολλές φορές βρίσκουμε ένα μέρος της αιτίας. Είναι πολύ δύσκολο να διερευνήσουμε τις περιπτώσεις αυτές γιατί πρέπει να λάβουμε υπόψη μας πάρα πολλούς παράγοντες, ακόμα και αν ανασύρουμε το αεροσκάφος, το οποίο είναι σε 1.000 μέτρα βάθος σε εκείνο το σημείο που έχει πέσει».