Η πολιτική εξαπάτηση ως αρετή
του Γιάννη Παπαδάτου*
Η ποιότητα της Δημοκρατίας στη χώρα μας, δεν εξαρτάται από την τελετουργία της εκλογικής διαδικασίας. Αλλά απαιτεί, ως ελάχιστη προϋπόθεση ομαλής λειτουργίας της, τα προεκλογικά προγράμματα να διαθέτουν ειλικρίνεια περιεχομένου και προθέσεων. Οι εκλογές δεν είναι τίποτα περισσότερο και τίποτα λιγότερο, από ένα συμβόλαιο τιμής- ένα μνημόνιο αν προτιμάτε- μεταξύ των εντολοδόχων πολιτών και της ηγεσίας κάθε κόμματος. Εάν ο ηγέτης ενός κόμματος εξαπατά τους ψηφοφόρους, θα πρέπει να νιώθει υπερήφανος και να αποθεώνεται από τους υποστηρικτές του; Είναι ένα κρίσιμο ερώτημα για την κατάταξη ενός κόμματος στο δημοκρατικό τόξο όχι με ιστορικούς φαντασιακούς όρους , αλλά με το κριτήριο της λαϊκής βούλησης και εντολής.
Δυσοίωνα σημεία των καιρών, συνιστούν η απονομή επαίνων και διθυράμβων για τον ηγέτη του ΣΥΡΙΖΑ, τα τελευταία χρόνια. Η διαχρονική εξαπάτηση του εκλογικού σώματος από τον Αλέξη Τσίπρα θεωρείται από διανοουμένους και δημοσιολογούντες ως μέγιστο πολιτικό προσόν και αρετή. Ο τίτλος του χαρισματικού ηγέτη του απονέμεται μάλιστα, χωρίς καμία αναφορά σε ηθικές , νοητικές ή πολιτικές ικανότητες, αφού , όπως υποστηρίζουν, είναι αρκετό ότι κατόρθωσε ένα κόμμα του 3% να το κάνει κυβέρνηση έστω και σε συνεργασία με ακροδεξιούς. Φυσικά το ζήτημα δεν είναι εάν ήταν χαρισματικός για τον ΣΥΡΙΖΑ , αλλά για την Ελλάδα. Όμως, ποτέ στην ιστορία ένας χαρισματικός ηγέτης μιας χώρας δεν ταυτίζεται με εκλογικά ποσοστά. Γιατί τότε, τι θα λέγαμε για τον Αδόλφο Χίτλερ;
Εάν χρησιμοποιήσουμε αυστηρά κριτήρια αποτίμησης της κυβερνητικής θητείας του ΣΥΡΙΖΑ, θα διαπιστώσουμε ότι μόνιμη αλλοίωση των χαρακτηριστικών του δημοκρατικού μας πολιτεύματος δεν επετεύχθη όχι γιατί δεν είχαν την βούληση , αλλά επειδή οι προπαρασκευαστικές τους ενέργειες δεν μπόρεσαν να ξεπεράσουν, τις αντιστάσεις της Δικαιοσύνης και ορισμένων ΜΜΕ (όπως «Το Βήμα» και «Τα Νέα»). Γνωρίζω, ως ψυχίατρος, ότι οι βαθύτερες επιθυμίες ηγετών και κομμάτων δεν εξαϋλώνονται στην πορεία, αλλά μεταμφιέζονται πρόσκαιρα για να επανέλθουν στη συνέχεια με άλλο προσωπείο π.χ. Οι υποστηρικτές του Κουφοντίνα να μετεξελιχθούν σε ενάρετους Ευρωπαίους σοσιαλδημοκράτες!
Όμως, ο Αλέξης Τσίπρας δεν διαθέτει κανένα προσόν εθνικού χαρισματικού ηγέτη. Και αυτό απεδείχθη στην πράξη. Απλά, οι υποστηρικτές του προωθούν την εικόνα του χαρισματικού, ως προπαγανδιστικό όπλο υπέρ του ΣΥΡΙΖΑ, ελπίζοντας να συμπλεύσουν μελλοντικά μαζί του.
Όμως οι καιροί έχουν αλλάξει και το ποτάμι της Ιστορίας δεν γυρίζει πίσω. Γιατί, όπως έχει πει και ο Μαρξ, η ιστορία επαναλαμβάνεται την πρώτη φορά σαν τραγωδία και τη δεύτερη σαν φάρσα . Είναι γι’ αυτό ακατανόητη η εμμονή της νυν προέδρου του ΚΙΝΑΛ, για την ανάγκη «Προοδευτικής Διακυβέρνησης». Υπονοώντας, ίσως, ότι η ΝΔ δεν ανήκει στο δημοκρατικό τόξο! Ενώ ο ΣΥΡΙΖΑ ανήκει !! Και επομένως μια πιθανή μελλοντική συνεργασία με τον ΣΥΡΙΖΑ είναι εφικτή, εάν όχι επιθυμητή. Όμως , είναι βέβαιον, ότι ο ΣΥΡΙΖΑ, χωρίς τη συνεργασία ή έστω την ανοχή του ΚΙΝΑΛ, είναι αδύνατο να γίνει πάλι κυβέρνηση.
Ευτυχώς, όμως, για την ιστορία της δημοκρατικής παράταξης και του ΠΑΣΟΚ, το ΚΙΝΑΛ έχει εισέλθει πλέον σε διαδικασίες ανάδειξης νέας ηγεσίας. Και ο Ανδρέας Λοβέρδος, με σαφήνεια, έχει δεσμευτεί προσωπικά, ότι συνεργασία με τον ΣΥΡΙΖΑ είναι αδύνατη. Η επικαιροποίηση – στα καθ’ ημάς- του συνθήματος της Ντολόρες Ιμπαρρούρι, στον ισπανικό εμφύλιο πόλεμο «no pasaran», μπορεί και πρέπει να έχει εφαρμογή και στη σημερινή Ελλάδα.