Κοινωνική και Αλληλέγγυα Οικονομία και Τοπική Αυτοδιοίκηση σε καιρό πανδημίας
Γράφει η Σοφία Γ. Παπαδάκη, Παιδαγωγός-Φιλολογος, Φοιτήτρια Μεταπτυχιακού Κοινωνικής και Αλληλεγγυας Οικονομίας
Η πανδημία του ιού covid-19, εμφανίστηκε αρχικά στην Κίνα και με γοργούς ρυθμούς μεταδόθηκε σε όλα τα μήκη και τα πλάτη της γης. Ένας ιός αιφνιδίασε λαούς και κυβερνήσεις αφού σε πολύ λίγο χρονικό διάστημα επικράτησε, διαδόθηκε, απείλησε τις ζωές όλων και έφερε νέα δεδομένα και μια δύσκολη πραγματικότητα την οποία όλοι κλήθηκαν να αντιμετωπίσουν. Αυτή η «υγειονομική βόμβα» κέρδιζε έδαφος μεταξύ των μεταδόσεων, χωρίς να υπάρχει γνωστό έως τώρα αντίδοτο. Οι χώρες η μια μετά την άλλη οδηγήθηκαν σε lock down, σε πάγωμα των δραστηριοτήτων και οι πολίτες βρέθηκαν εσώκλειστοι, απομονωμένοι ο ένας από τον άλλο, ενώ ένα μεγάλο ποσοστό οδηγήθηκε σε παύση των εργασιακών του δραστηριοτήτων στο πλαίσιο της προστασίας από την μετάδοση του ιού. Έτσι, δεν άργησαν να έρθουν κι άλλες δυσκολίες όχι μόνο υγειονομικές , αλλά και κοινωνικές, οικονομικές, επιδεινώνοντας το αίσθημα μοναξιάς και αποκλεισμού. Στην χώρα μας, η πανδημία γέννησε στους πολίτες την ανασφάλεια . Ο εγκλεισμός, η απαγόρευση της κυκλοφορίας, η παύση όλων των δραστηριοτήτων ήταν για τους Έλληνες μια πρωτόγνωρη κατάσταση. Έπειτα, ακολούθησαν κι άλλοι επίπονοι περιορισμοί. Πολλές επιχειρήσεις έκλεισαν, εργαζόμενοι βρέθηκαν σε αναστολή εργασίας, άλλοι οδηγήθηκαν σε τηλεργασία –μια διαφορετική κι όχι οικεία μορφή εργασίας για τους περισσότερους, με διαφορετικά ωράρια- ενώ δεν ήταν λίγοι εκείνοι οι οποίοι δεν λάμβαναν την στήριξη επιδομάτων βρισκόμενοι σε ακόμα δεινότερη θέση. Το αίσθημα της απομόνωσης, συνόδευε και ο φόβος για την ανεργία, η εργασιακή ανασφάλεια και η απόγνωση. Στα ΜΜΕ γινόταν σαφές, έπειτα από καλέσματα της κυβέρνησης, πως το πιο ισχυρό όπλο κατά του ιού είναι η ατομική ευθύνη, γι’ αυτό και το «μένουμε σπίτι για να είμαστε ασφαλείς» έγινε το σύνθημα κατά της πανδημίας. Κι ενώ οι πολίτες προέτασσαν την ατομική ευθύνη, στη δύνη των αλλαγών και των πρωτόγνωρων καταστάσεων που διαδραματίζονταν, η κρατική ευθύνη υποχωρούσε και η αγανάκτηση των πολιτών ολοένα και μεγάλωνε. Την ίδια στιγμή το σύστημα υγείας έδινε μάχες να κρατηθεί και να ανταπεξέλθει στις αυξημένες κατά πολύ νοσηλείες, σκορπώντας ακόμη περισσότερη ανασφάλεια στους πολίτες, που όλοι ήταν εν δυνάμει ασθενείς. Άνθρωποι μόνοι, δίχως τους αγαπημένους τους και τις οικογένειές τους, δίχως εργασία πολλοί, αναγκασμένοι σε αδράνεια, παρακολουθούν με αγωνία την επόμενη μέρα, ανησυχούν και ελπίζουν όλο και πιο δειλά.
Σε καιρό κρίσης το αίσθημα της συλλογικότητας, της προσφοράς και της αλληλεγγύης φαίνεται να αποτελεί όαση στην έρημο της απογοήτευσης και της μοναξιάς. Σε πολλές περιοχές της Ελλάδας, δεν ήταν λίγες οι συλλογικές δράσεις και κινήσεις πολιτών που δημιουργήθηκαν οργανωμένα από ομάδες πολιτών με σκοπό να βοηθήσουν έμπρακτα τους συνανθρώπους τους με ποικίλους τρόπους. Πρόκειται για μια μορφή κοινωνικών κινημάτων, που απαντούν στο πρόβλημα της κρίσης με την λύση της συλλογικότητας. Οι δράσεις αυτές συχνά αφορούσαν την βοήθεια ευάλωτων κοινωνικά ομάδων, σχετίζονταν με την παραγωγή και την διανομή φαγητού σε ανθρώπους που το είχαν ανάγκη, παροχή φαρμάκων και άλλων ειδών πρώτης ανάγκης. Οι κινήσεις αλληλεγγύης επεκτάθηκαν και σε επίπεδο ψυχολογικής υποστήριξης ανθρώπων που η περίοδος της πανδημίας και του εγκλεισμού επηρέασε την ψυχική τους υγεία. Σημαντική ήταν η πρωτοβουλία στήριξης των θυμάτων της ενδοοικογενειακής βίας-κυρίως γυναικών- μιας και η τελευταία παρουσίασε ποσοστά αύξησης την περίοδο αυτή. Αξιόλογες και ενθαρρυντικές ήταν όμως και οι συλλογικές προσπάθειες για τη διεκδίκηση προσλήψεων ατόμων στα νοσοκομεία της χώρας-που βίωσαν την πανδημία πιο έντονα από κάθε άλλο τομέα εργασίας-, αλλά και αγοράς ιατρικού εξοπλισμού. Η στήριξη επεκτάθηκε και σε άλλες ευάλωτες ομάδες, σε αστέγους, στους πρόσφυγες και στους κρατουμένους των φυλακών, ομάδες ευαίσθητες που οι συνθήκες ζωής τους έγιναν ακόμα πιο δύσκολες εν μέσω πανδημίας. Βοήθεια προσφέρθηκε ακόμα και σε ηλικιωμένους ώστε να έχουν με ασφάλεια τα απαραίτητα ψώνια και τα φάρμακα που χρειαζόταν. Κινήσεις αλληλεγγύης οργανώθηκαν για την υποστήριξη των ανθρώπων της τέχνης και του πολιτισμού. Οι ομάδες συλλογικής προσφοράς και αλληλεγγύης απλώθηκαν απ’ άκρη σ’ άκρη στα μέρη της Ελλάδας και γνώρισαν σημαντική απήχηση. Μάλιστα, έδωσαν ανάσες ζωής σε συνανθρώπους μας. Χαρακτηριστικές είναι οι ομάδες : «Κανένας μόνος/καμία μόνη», «Μένουμε ενεργοί, συλλογικότητα αλληλεγγύη» και άλλες όμοιες που απλώθηκαν παντού. Η απήχηση των δικτύων αλληλεγγύης ήταν μεγάλη κι έγινε ακόμα μεγαλύτερη με τη βοήθεια του διαδικτύου και των ΜΜΕ. Οι κινήσεις αυτές αποτέλεσαν ισχυρό παράδειγμα πως η συλλογική δράση και η αλληλεγγύη αποτελούν σπουδαία λύση στα αδιέξοδα των κρίσεων, ενώ γίνεται πια φανερό πως η αλληλοβοήθεια ανοίγει νέους δρόμους και δημιουργεί νέα δεδομένα οργάνωσης και κοινωνικών διεκδικήσεων.
Η Κοινωνική και Αλληλέγγυα Οικονομία μπορεί να επιδράσει σημαντικά στον περιορισμό του κοινωνικού αποκλεισμού που θεριεύει σε περιόδου κρίσης, όπως αυτή που βιώνουμε εν μέσω πανδημίας. Περιέχει ένα ευρύτατο πεδίο δραστηριοτήτων που αφορούν την οργάνωση της οικονομικής και κοινωνικής ζωής των ανθρώπων. Η συμβολή της και τα πλεονεκτήματα που προσφέρει ολοένα και κερδίζουν έδαφος. Μέσω αυτής δημιουργείται ένα κοινωνικό πρότυπο με κυρίαρχο χαρακτηριστικό την συμμετοχικότητα και την ενεργή παρουσία των πολιτών στα εγχειρήματά της. Οι πρακτικές της ευνοούν την ενίσχυση της δημοκρατίας. Οι οργανώσεις των πολιτών βρίσκονται στο επίκεντρο των κοινωνικοοικονομικών αλλαγών και εξελίξεων έχοντας τη δυνατότητα να διαμορφώσουν ένα νέο περιβάλλον, με νέες συνθήκες βασισμένες στην αλληλεγγύη και την ενεργό συμμετοχή όλων.
Η κρίση που επήλθε με την πανδημία ανέδειξε και την αδυναμία του προνοιακού κράτους κι έφερε στο προσκήνιο την ανάγκη για μια οικονομία αλληλέγγυα που εκτός από υλικά αγαθά θα μεριμνά για υπηρεσίες υγείας, παιδείας και προσφοράς. Μέσα από την νέα αυτή μορφή οικονομίας η οποία βασίζεται σε συνεργασίες πολιτών, κοινωνικές συμπράξεις και αλληλέγγυους θεσμούς, δημιουργείται ένα κοινωνικό κεφάλαιο το οποίο αξιοποιείται στη συνέχεια για να πραγματωθούν επενδύσεις σε τοπικό και περιφερειακό επίπεδο. Γίνεται έτσι μια μετατόπιση των πόρων που έχουν τα δίκτυα αλληλεγγύης στους τομείς εκείνους της οικονομίας που μένουν ξεχασμένοι και αναξιοποίητη καθώς οι αγορές δεν επιλέγουν να επενδύσουν σε αυτούς καθώς έχουν χαμηλά ποσοστά κέρδους. Με τη βοήθεια μη χρηματικών συναλλαγών και κοινωνικών επιχειρήσεων με κοινωφελείς σκοπούς, η κοινωνική οικονομία επιχειρεί κοινωνικά οφέλη και την δημιουργία σχέσεων απασχόλησης στην κοινωνία. Η βάση της τοποθετείται στην συμμετοχή των πολιτών και στον ελεύθερο διάλογο στο πλαίσιο της τοπικής αυτοδιοίκησης. Στοχεύει στην δημιουργία σχέσεων εμπιστοσύνης, στην μείωση του κόστους των συναλλαγών και στην παραγωγή υπηρεσιών και αγαθών μέσω της αλληλέγγυας φροντίδας ώστε να ωφεληθούν οι πολίτες κι όχι η αγορά και τα συμφέροντα πίσω από αυτήν. Ενεργοποιεί το τοπικό κεφάλαιο το οποίο είναι η κινητήριος δύναμη για την ανάπτυξη της τοπικής, κοινωνικής επιχειρηματικότητας.
Η κοινωνική οικονομία μέσα από τις κοινωνικές επιχειρήσεις μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα επιφέρει απασχόληση και εισοδήματα για τους εργαζομένους στις επιχειρήσεις ή στους συνεταιρισμένους, επιφέρει οφέλη για μικροπαραγωγούς και παρέχει κοινωνικές υπηρεσίες. Έτσι, η αλληλεγγύη, η υπευθυνότητα, η συμμετοχή και οι ανθρώπινοι πόροι αποτελούν τη λύση στον οικονομικό και κοινωνικό αποκλεισμό που αυξήθηκε εν μέσω πανδημίας. Οι επενδύσεις που λαμβάνουν χώρα στις κοινωνικές επιχειρήσεις βασίζονται σε μια συλλογική συμφωνία για έναν κοινωνικό συνεταιρισμό ή μια σύμπραξη που έχει βασικό χαρακτηριστικό το κοινωνικό κεφάλαιο. Οικοδομούνται έτσι μεταξύ μελών και καταναλωτών σχέσεις εμπιστοσύνης τις οποίες εγγυώνται είτε οι εγγυητές εταίροι, είτε τοπική αυτοδιοίκηση. Απόρροια των σχέσεων αυτών, είναι η εξεύρεση θέσεων εργασίας και η σύσταση βιώσιμων επιχειρήσεων. Οι ΚΟΙΝ.ΣΕΠ αποτελούν σπουδαία λύση ώστε η τοπική αυτοδιοίκηση να αντιμετωπίσει τα προβλήματα στην παροχή υπηρεσιών κοινωνικής φύσεως, συνεργαζόμενη με τους κοινωνικούς συνεταιρισμούς. Η οικονομία ετούτη είναι ταγμένη στις ανάγκες των πολιτών, είναι μια οικονομία που εστιάζει στις πραγματικές ανάγκες και για τούτο το λόγο στοχεύει και στην κάλυψη των βασικών αναγκών (υλικών αγαθών κα υπηρεσιών) μοιράζοντας δίκαια τους υπάρχοντες πόρους και χτίζοντας σχέσεις αλληλεγγύης και συνεργασίας.
Στην κοινωνική οικονομία περιλαμβάνεται ένα ευρύ φάσμα δραστηριοτήτων οικονομικής φύσεως, όπως οι κοινωνικές επιχειρήσεις, οι συνεταιρισμοί διαφόρων ειδών και τα δίκτυα ανταλλαγής. Όλα αυτά έχουν σημαντικά πλεονεκτήματα, όπως είναι το αφορολόγητο και οι κοινοτικές επιχορηγήσεις, τα οποία τους επιτρέπουν να αναπτυχθούν.
Η συνεργασία μεταξύ Κοινωνικής και Αλληλέγγυας Οικονομίας και Τοπικής Αυτοδιοίκησης, μπορεί να φέρει νέα δεδομένα και να βελτιώσει το κοινωνικό και οικονομικό σκηνικό, που μετρά πληγές εν μέσω πανδημίας. Ξεκινώντας τη δράση σε τοπικό επίπεδο κοινωνιών μπορεί να επιφέρει την ανασύσταση της χώρας και την ανοικοδόμηση της παραγωγής. Από κοινού μπορούν να παρέμβουν, ώστε με την σωστή ενημέρωση των πολιτών να δράσουν συλλογικά αποκτώντας πνεύμα συλλογικό και συνεργατική διάθεση ώστε να προωθήσουν και να θέσουν σε εφαρμογή τα εγχειρήματα της ΚΑΟ. Σε πρώτο στάδιο, είναι αναγκαία η ενημέρωση των πολιτών αναφορικά με τις κινήσεις που πρέπει να ακολουθήσουν ώστε να συμμετέχουν σε τέτοια εγχειρήματα. Η τοπική αυτοδιοίκηση δημιουργώντας κέντρα πληροφόρησης, μπορεί να ενημερώσει τους πολίτες σχετικά με τις προσπάθειες αυτές αλλά και τους πόρους χρηματοδότησής τους. Έπειτα, δύναται να επιχειρήσει τη συνεργασία των δήμων με φορείς επιστημονικών ερευνών ώστε να συνδράμουν από κοινού στον σχηματισμό και τη λειτουργία εγχειρημάτων της ΚΑΟ. Η τοπική αυτοδιοίκηση μπορεί να προωθήσει την εξεύρεση και διάθεση πόρων σε συλλογικές πρωτοβουλίες και προσπάθειες. Μια περίπτωση είναι η διάθεση πόρων για δομές εργασίας συλλογικής μορφής, όπου θα υπάρχει συνδυασμός εργασίας των ανέργων με αμοιβή, παράλληλα με την εργασία των υπαλλήλων των δήμων αλλά και με εθελοντική εργασία των τελευταίων, ώστε να ενισχύσουν από κοινού τη δημιουργία τόπων παραγωγής και παροχής υπηρεσιών . Θα μπορούσαν, για παράδειγμα, να δημιουργηθούν σε κάθε δήμο χώροι για δημιουργική απασχόληση παιδιών, για ανταλλαγή και επαναχρησιμοποίηση ή και μεταποίηση ποικίλων ειδών, όπως συσκευές, έπιπλα ή ρούχα. Εργασίες των δήμων που έως τώρα αναλάμβαναν συνεργεία ιδιωτών εργολάβων, μπορούν να γίνονται από αυτοδιαχειριζόμενα συνεργεία. Είναι σημαντικό οι δημοτικές επιχειρήσεις να είναι ενταγμένες στον τομέα οικονομίας των δήμων, ώστε να υπάρχουν χρηματοδοτήσεις για προγράμματα δαπανών κοινωνικής φύσεως ώστε να καλύπτονται οι ανάγκες των πολιτών έχοντας την μορφή βασικού εισοδήματος. Το μεγάλο στοίχημα της τοπικής αυτοδιοίκησης πρέπει είναι η προσαρμογή των υπηρεσιών της στα δεδομένα της αλληλεγγύης και της συνεργατικότητας που επιχειρεί να επιτύχει η ΚΑΟ. Έτσι, η πρώτη θα μπορεί να έχει δήμους και περιφέρειες που δρουν αυτόνομοι, ακολουθώντας δημοκρατικές διαδικασίες βασισμένοι στο πλαίσιο της ΚΑΟ , και αποκτώντας χαρακτήρα συνεργατικό, προωθώντας τον κοινοτισμό και την κοινωνική και οικονομική αλληλεγγύη. Στο πλαίσιο της συνεργασίας αυτής μπορούν να συσταθούν συνεταιρισμοί παραγωγών και καταναλωτών οι οποίοι θα δρουν δίπλα σε μια κοινωνικά υποστηριζόμενη γεωργία. Αυτό σημαίνει ότι είναι δυνατή η δημιουργία κοινωνικών αγρών με καλλιέργειες οικολογικές στις οποίες θα συμμετέχουν παραγωγοί και καταναλωτές στη διαδικασία παραγωγής. Εκτάσεις που ανήκουν στο δημόσιο και στους δήμους και μέχρι τώρα παραμένουν αναξιοποίητες μπορούν να παραχωρηθούν από την τοπική αυτοδιοίκηση για το σκοπό τέτοιων καλλιεργειών, ώστε να παραχθούν προϊόντα τα οποία θα παρέχονται στους ίδιους τους παραγωγούς καταναλωτές, σε κοινωνικές δομές ή κοινωνικά παντοπωλεία. Η τοπική αυτοδιοίκηση ακολουθώντας τις ιδέες της ΚΑΟ μπορεί και πρέπει να μεριμνήσει για τις υπηρεσίας υγείας που βρίσκονται σε κρίση, δημιουργώντας κοινωνικά ιατρεία και φαρμακεία για τις ευάλωτες κοινωνικές ομάδες στους δήμους. Έπειτα, χρειάζεται να υπάρξει μέριμνα για τους ηλικιωμένους, τα ΑΜΕΑ, τους άστεγους και τις υπόλοιπες ευάλωτες ομάδες μέσα από δομές και παροχή υπηρεσιών των δήμων. Σήμερα η παροχή τέτοιων υπηρεσιών είναι πιο αναγκαία από ποτέ.
Έπειτα, προκειμένου να επιτευχθούν αλλαγές όπως νέες εργασιακές ευκαιρίες, αξιοπρεπείς εργασιακές συνθήκες και να ενταχθούν κοινωνικά οι ευάλωτες κοινωνικά ομάδες, έχοντας όλοι ίσες ευκαιρίες μπορούν να πραγματωθούν κοινωνικά υπεύθυνες συμβάσεις, οι οποίες είναι ένας τρόπος ώστε να επιτευχθούν αρκετοί κοινωνικοί στόχοι. Οι ίδιες είναι σημαντικές διότι εξασφαλίζουν ίσες ευκαιρίες εργασίας και ιδιαίτερα για ομάδες όπως οι νέοι, οι γυναίκες, οι μακροχρόνια άνεργοι, ακόμα και οι ηλικιωμένοι εργαζόμενοι, οι μετανάστες και τα άτομα με αναπηρίες. Ταυτόχρονα προωθούν την αξιοπρεπή εργασία και επιχειρούν να συνταιριάξουν τα εργασιακά με τα κοινωνικά δικαιώματα , όπως για παράδειγμα η ίση αμοιβή εργασίας για όλους, η υγεία και η ασφάλεια στον εργασιακό χώρο. Οι κοινωνικές συμβάσεις προωθούν και στηρίζουν την κοινωνική ένταξη με ίσες ευκαιρίες απασχολώντας άτομα ευάλωτων κοινωνικών ομάδων, και επιχειρούν πρόσβαση για όλους μέσω διατάξεων που εξασφαλίζουν την πρόσβαση των ατόμων αυτών σε δημόσιες υπηρεσίες και πληροφορίες . Επιπλέον, μεριμνούν για την προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Οι κοινωνικά υπεύθυνες συμβάσεις, μπορούν να αναδείξουν και ταυτόχρονα να ενισχύσουν τις κοινωνικοοικονομικές ανάγκες και να συνδράμουν στην ανάπτυξη της αγοράς μεριμνώντας για τις ανάγκες της κοινότητας και όλων των μελών της, ενσωματώνοντας και τις ευάλωτες ομάδες. Για τις δημόσιες αρχές της τοπικής αυτοδιοίκησης μπορούν να γίνουν ένα σημαντικό όργανο επιτυχημένης κοινωνικής οικονομίας διασφαλίζοντας θέσεις αξιοπρεπούς εργασίας για όλους, κοινωνική ένταξη και ισότητα και καινοτόμες αλλαγές.(Ευρωπαϊκή Επιτροπή 2011, σ.σ.5-11)
Η κοινωνική οικονομία από κοινού με την τοπική αυτοδιοίκηση αξιοποιώντας τις κοινωνικές επιχειρήσεις είναι δυνατόν να επιτύχουν την πολυπόθητη κοινωνική αλλαγή βοηθώντας στον εκσυγχρονισμό του κράτους πρόνοιας. Η χώρα μπορεί να εστιάσει σε δαπάνες που συνεισφέρουν στην οικονομία και στην κοινωνική συμμετοχή, στηρίζοντας στρατηγικές που αποσκοπούν στην κοινωνική ένταξη, επιχειρώντας επενδύσεις για τη δημόσια ανάπτυξη και την ενεργοποίηση του ανθρώπινου κεφαλαίου. Χρειάζονται επενδύσεις για την ανάπτυξη της κοινωνικής οικονομίας και επιχειρηματικότητας ώστε να βελτιωθούν οι συνθήκες απασχόλησης, να εξαλειφθούν οι αποκλεισμοί και να επέλθει η κοινοτική ανάπτυξη και η κοινωνική καινοτομία. Μια σημαντική πρωτοβουλία θα μπορούσε να είναι η προώθηση της κοινωνικής οικονομίας και η ένταξη των νέων, μέσω της στήριξης των πρωτοβουλιών τους, τις ένταξής τους στις κοινωνικές επιχειρήσεις και η ενσωμάτωση της καινοτόμας αυτής δράσης στις εκπαιδευτικές δραστηριότητες ώστε οι νέοι να ενημερωθούν και να έχουν κίνητρα συμμετοχής σε αυτή.
Επίσης, χρειάζεται η επιχειρηματική στήριξη μέσω της τοπικής αυτοδιοίκησης. Δημόσιοι φορείς και οργανισμοί κοινωνικής οικονομίας πρέπει να ενισχύσουν τις επιχειρηματικές δομές ανάπτυξης. Σε αυτό προτείνεται η αξιοποίηση των πάρκων καινοτομίας και φυτωρίων. Τα πάρκα κοινωνικής καινοτομίας μπορούν να δραστηριοποιηθούν σε περιοχές που επικρατούν δύσκολες κοινωνικοοικονομικές συνθήκες, ώστε να υπάρξουν λύσεις προσαρμοσμένες στις ανάγκες των προβληματικών περιοχών. Αυτά μπορούν να έχουν ως σκοπό την ανάπτυξη κοινωνικών επιχειρήσεων στα μέρη αυτά, επιχειρώντας τοπικά, μέσα από τη συνεργασία οργανώσεων κοινωνικής οικονομίας και ιδιωτών να δημιουργήσουν νέες θέσεις εργασίας και να παράγουν νέα αγαθά. Στα πάρκα αυτά μπορούν να δημιουργηθούν εγκαταστάσεις, όπως Εργαστήριο Κοινωνικής Καινοτομίας, που θα παρέχει υπηρεσίες, και Ακαδημία Κοινωνικής Καινοτομίας που θα παρέχει πληροφόρηση για την κοινωνική οικονομία. Τα φυτώρια κοινωνικής οικονομίας παρέχουν υπηρεσίες στήριξης των κοινωνικών επιχειρήσεων, στήριξη οικονομική αλλά και πληροφορίες για καθοδήγηση . Έτσι, προωθούν την κοινωνική οικονομία συνδράμοντας στην επίλυση των κοινωνικών προβλημάτων. Η τοπική αυτοδιοίκηση μπορεί να βοηθήσει ώστε να παρέχει χρηματοδότηση για την στήριξη των επιχειρήσεων της κοινωνικής οικονομίας μέσω επενδυτικών προγραμμάτων. Ακόμα, μέσω δημοσίων συμβάσεων η τοπική αυτοδιοίκηση μπορεί να θέσει ρήτρες με κοινωνικά κριτήρια στις συμβάσεις και να επιτύχει όρους όπως για παράδειγμα η ενίσχυση της απασχόλησης των μακροχρόνια ανέργων ή όσων επλήγησαν εργασιακά από την πανδημία.
Για να μπορέσει η κοινωνική οικονομία και οι επιχειρήσεις της να είναι αποτελεσματικές είναι επιτακτική η ανάγκη χάραξης μιας σωστής στρατηγικής και διακυβέρνησης. Γι’ αυτό χρειάζεται να σχεδιαστούν προγράμματα και δράσεις συγκεκριμένες, να αναπτυχθούν συνεργασίες σε όλα τα επίπεδα διακυβέρνησης τόσο σε εθνικό όσο και σε τοπικό, να τεθούν σε εφαρμογή οι διαδικασίες υλοποίησής τους και να δημιουργηθούν μηχανισμοί που θα ελέγχουν και θα παρακολουθούν τις δράσεις αυτές και την πορεία της αποτελεσματικότητάς τους.
Πρέπει βέβαια να ληφθεί σοβαρά υπόψιν ότι στην χώρα μας οι κοινωνικές υπηρεσίες που απασχολούν ευάλωτες κοινωνικές ομάδες παρέχουν μερική απασχόληση με χαμηλές αμοιβές. Αυτό κάνει αναγκαία την κρατική συνδρομή. Πολλοί, είναι διστακτικοί ως προς την αποτελεσματικότητα των εγχειρημάτων της ΚΑΟ και φρονούν ότι από μόνα τους δεν είναι αποτελεσματικά και δεν αρκούν για να δώσουν λύσεις στα προβλήματα της κρίσης. (Αδάμ Σ. 2016,σσ.357-358). Βέβαια, πρέπει να επισημάνουμε πως μέχρι τώρα οι προσπάθειες που έλαβαν χώρα ήταν διάσπαρτες και χωρίς συντονισμό. Ακόμα, τα ιδιωτικά συμφέροντα επενέβησαν για την εξυπηρέτηση των δικών τους αναγκών. Όλα αυτά όμως μπορούν να ξεπεραστούν υιοθετώντας σωστές πρακτικές και οργανωμένες στρατηγικές.
Η περίοδος της πανδημίας, ανέδειξε εκτός των άλλων τις παθογένειες του κρατικού μηχανισμού, της κοινωνίας και της οικονομίας. Η Κοινωνική και Αλληλέγγυα Οικονομία, σε συνεργασία με τους φορείς της τοπικής αυτοδιοίκησης φαίνεται ως μια σημαντική λύση στα κοινωνικά και οικονομικά αδιέξοδα και στην αντιμετώπιση του αποκλεισμού των ευάλωτων κοινωνικών ομάδων, την παροχή υπηρεσιών κοινωνικής πρόνοιας και φροντίδας κα την τοπική ανάπτυξη των αδύναμων περιοχών. Το ενδιαφέρον για την ΚΑΟ και τα εγχειρήματά της ολοένα και αυξάνεται ανοίγοντας δρόμο στις καινοτόμες πρωτοβουλίες να αποτελέσουν μοχλό προόδου και ανάπτυξης. Στη βάση λοιπόν των αρχών της αλληλεγγύης, της αλληλοβοήθειας, της συνεργατικότητας και της κοινωνικής ενσωμάτωσης, μπορεί σιγά σιγά να οικοδομηθεί η αλλαγή του κοινωνικοοικονομικού συστήματος και να επέλθει η ανάπτυξη που θα στοχεύει στο όφελος του κοινωνικού συνόλου. Η συνεργασία των φορέων της ΚΑΟ και της τοπικής αυτοδιοίκησης, μπορούν να διαμορφώσουν έναν κόσμο διαφορετικό, δικαιότερο, πιο ανθρώπινο και περισσότερο ανθεκτικό στις προκλήσεις.