Εκλογές ΚΙΝΑΛ: Η ισχυρή εντολή στον Νίκο Ανδρουλάκη και τα στοιχήματα της επόμενης μέρας
Οι προκλήσεις της νέας ηγεσίας μετά την καθαρή επικράτηση Ανδρουλάκη – Η νέα ιεραρχία στη Βουλή, οι ασκήσεις «σύνθεσης» σε κόμμα και βάση, το πρόταγμα της αυτονομίας και η επιστροφή του ΠΑΣΟΚ.
«Αν η διαφορά Ανδρουλάκη–Παπανδρέου κινηθεί στο έδαφος μεταξύ 60-40, θα μιλάμε με άλλα δεδομένα τη Δευτέρα», έλεγε στην «Κ» λίγες ώρες πριν ανοίξουν οι κάλπες έμπειρο στέλεχος του ΚΙΝΑΛ, εννοώντας πως μόνο μια διαφορά 20 μονάδων και άνω θα έθετε τον νέο πρόεδρο της παράταξης σε πραγματικά κυρίαρχη θέση, χωρίς «σκιές» εσωτερικού διπολισμού.
Με αυτά τα δεδομένα, ο Νίκος Ανδρουλάκης έλαβε χθες βράδυ μια καθαρή εντολή, που φαίνεται πως τον τοποθετεί – τουλάχιστον για σημαντικό χρονικό διάστημα – σε θέση απόλυτης ισχύος στη Χαρ. Τρικούπη.
Η άφιξη του νέου πρόεδρου στα ανακαινισμένα γραφεία του ΠΑΣΟΚ έγινε σε πανηγυρικό και το τελετουργικό θα ολοκληρωθεί στις 11 το πρωί με την παράδοση – παραλαβή της ηγεσίας. Το ΚΙΝΑΛ βγήκε από μια ιδιαίτερα φορτισμένη και απρόβλεπτη προεκλογική περίοδο με μεγάλο κέρδος τη συμμετοχή των 270.000 πολιτών, αλλά και με «αστερίσκους» ως προς το εσωκομματικό του κλίμα, που έως τις 5 Δεκεμβρίου ήταν ήπιο, αλλά την περασμένη εβδομάδα έγινε εκρηκτικό, δημιουργώντας φόβους για την επόμενη ημέρα. Υπό αυτό το πρίσμα, το εύρος των 35 μονάδων που κατέγραψε υπέρ του ο ευρωβουλευτής φαίνεται πως προσώρας λειτουργεί και… καταπραϋντικά.
Οι εκλογές, ωστόσο, περνούν στην ιστορία και πλέον η Χαρ. Τρικούπη καλείται να μετατρέψει την αλλαγή σελίδας από αφήγημα σε πραγματικότητα. Σε σύγκριση με το 2017, το ΚΙΝΑΛ είναι σαφώς πιο ομοιογενές (σχεδόν αμιγώς πασοκικό) και οι ευρύτεροι συσχετισμοί φαίνονται ευνοϊκότεροι. Παρόλα αυτά, τα στοιχήματα και τα πιθανά «αγκάθια» για τη νέα ηγεσία δεν είναι ούτε λίγα, ούτε αμελητέα, με τις ισορροπίες (εσωτερικές και εξωγενείς) να παραμένουν σύνθετες.
Η Βουλή
Η πρώτη εξίσωση που καλείται να επιλύσει ο κ. Ανδρουλάκης είναι αυτή της Κοινοβουλευτικής Ομάδας, καθώς για πρώτη φορά το ΚΙΝΑΛ δεν θα έχει τον πρόεδρό του στη Βουλή. Πρόκειται, άλλωστε, για ένα ζήτημα το οποίο ανέδειξαν ως μειονέκτημα οι δύο βασικοί του αντίπαλοι, ενώ αποτέλεσε και «αιχμή του δόρατος» στην τακτική του κ. Παπανδρέου μεταξύ πρώτης και δεύτερης Κυριακής.
Οι επιλογές Ανδρουλάκη, συνεπώς, σε αυτό το πεδίο θεωρούνται κομβικής σημασίας και με άμεσο αντίκτυπο, καθώς θα ανακοινωθούν τα επόμενα 24ωρα, ενώ αυτή την εβδομάδα εκκινεί στην Ολομέλεια και η συζήτηση για τον προϋπολογισμό του 2022. Ο ίδιος έχει καταλήξει σε πρόσωπα και – εκτός συγκλονιστικού απροόπτου – ο νέος πρόεδρος της Κ.Ο. θα είναι ένας εκ των Κώστα Σκανδαλίδη ή Μιχάλη Κατρίνη, ένα άτυπο δίλημμα μεταξύ «εμπειρίας και ανανέωσης», όπως περιγράφεται. Οι τελευταίες πληροφορίες ανέφρεαν ότι ο δεύτερος συγκεντρώνει περισσότερες πιθανότητες, ωστόσο, τίποτα δεν θα πρέπει να θεωρείται βέβαιο.
Η επιλογή του προέδρου θα καθορίσει και το «ντόμινο» για τις άλλες τρεις θέσεις – κλειδιά στη Βουλή, δηλαδή τον γενικό γραμματέα (που επίσης προτείνεται και εν συνεχεία εκλέγεται από την Κ.Ο.) και τους δύο κοινοβουλευτικούς εκπροσώπους (που ορίζονται από την ηγεσία). Με βάση τις ισορροπίες εντός της Κ.Ο. του ΚΙΝΑΛ στο στρατόπεδο του κ. Ανδρουλάκη έχουν ταχθεί ανοιχτά πέντε βουλευτές και συγκεκριμένα οι Οδυσσέας Κωνσταντινόπουλος, Ευαγγελία Λιακούλη, Γιώργος Φραγγίδης, Δημήτρης Μπιάγκης και Απόστολος Πάνας. Θεωρείται λοιπόν πιθανό να δούμε ένα ή περισσότερα από τα εν λόγω πρόσωπα στις θέσεις αυτές. Από εκεί και πέρα, μένει να φανεί αν ο κ. Ανδρουλάκης θα προχωρήσει σε ανοίγματα, κυρίως προς την πτέρυγα που στήριξε τον Ανδρέα Λοβέρδο. Αν το πράξει σε αυτή τη φάση, τότε ίσως επιλεγεί σε ένα από τα παραπάνω πόστα ένας ή μία εκ των Νάντιας Γιαννακοπούλου, Χαράς Κεφαλίδου και Δημήτρη Κωνσταντόπουλου. Πολύ πιο δύσκολο φαντάζει (μετά και το πολεμικό κλίμα της εβδομάδας που πέρασε) να αξιοποιηθεί αυτή τη στιγμή κάποιο «παπανδρεϊκό» μέλος της Κ.Ο.
Σε κάθε περίπτωση, οι επιλογές της νέας ηγεσίας στη Βουλή θεωρούνται βαρύνουσας σημασίας, καθώς όχι μόνο θα εκφράσουν τις αντιπολιτευτικές κατευθύνσεις, αλλά θα αποτελέσουν και πυλώνες διαχείρισης της λειτουργίας και της συνοχής της Κ.Ο, πεδίων που πολύ συχνά κρύβουν «αγκάθια». Δεν χρειάζεται, άλλωστε, να πάει κανείς πολύ πίσω στον χρόνο για να συναντήσει τις τελευταίες κοινοβουλευτικές αναταράξεις στη Χαρ. Τρικούπη: κατεγράφησαν προ ολίγων εβδομάδων με αφορμή τον νέο Ποινικό Κώδικά.
Το κόμμα
Ό,τι αναφέρθηκε παραπάνω για το Κοινοβούλιο αντανακλάται σε σημαντικό βαθμό και ευρύτερα για τους νέους συσχετισμούς στη Χαρ. Τρικούπη. Ο κ. Ανδρουλάκης δεδομένα θα εμπιστευθεί σε κεντρικούς ρόλους πρόσωπα που αποτέλεσαν σταθερούς συνοδοιπόρους του όλα αυτά τα χρόνια, κατά τα οποία προετοίμαζε το έδαφος προς την ηγεσία, με βασικότερα τους Ανδρέα Σπυρόπουλο και Στέφανο Ξεκαλάκη. Ωστόσο, και εδώ θα κληθεί (άγνωστο σε τι βαθμό) να κινηθεί με πρόσημο διεύρυνσης, σε ένα, όμως, πολυτασικό εσωκομματικό περιβάλλον. Με αυτό το δεδομένο, αναδεικνύονται δύο βασικά «συνθετικά» στοιχήματα:
– Πρώτον, ο συγκερασμός των αντίρροπων τάσεων που αναδείχθηκαν και κατά την προεκλογική περίοδο. Οι δεξαμενές Παπανδρέου και Λοβέρδου εκπροσώπησαν δύο εκ διαμέτρου αντίθετες πτέρυγες κόμματος και βάσης, με διαφορετικά πολιτικά και ιδεολογικά χαρακτηριστικά. Παρότι κανένας εκ των δύο δεν βρίσκεται στην ηγεσία, οι τάσεις αυτές ασφαλώς παραμένουν στη Χαρ. Τρικούπη και την κοινωνία, και η μεγάλη πρόκληση για τον κ. Ανδρουλάκη είναι η συνύπαρξη (μεταξύ τους, αλλά και με τον νέο ηγετικό πυρήνα) να είναι όσο το δυνατόν πιο αρμονική και, σε κάθε περίπτωση, αναίμακτη. Όσον αφορά δε τον κ. Παπανδρέου, μπορεί το χθεσινό του ποσοστό να περιορίζει τη δυναμική του, ωστόσο αυτό δεν σημαίνει ότι παύει να αποτελεί έναν υπολογίσιμο πόλο και μάλιστα με το γνωστό «ειδικό βάρος» για τα δεδομένα του κόμματος. Άλλωστε, και επί προεδρίας της Φώφης Γεννηματά, η «παπανδρεϊκή» πτέρυγα και ο ίδιος ο πρώην πρωθυπουργός αρκετές φορές έπαιξαν ρόλο στη διαμόρφωση αποφάσεων και συσχετισμών. Και σε αυτό το πεδίο, λοιπόν, οι κινήσεις του νέου προέδρου θα παίξουν κομβικό ρόλο στην παράμετρο της ενότητας, πάντα σε συνάρτηση βέβαια και με τις αντίστοιχες κινήσεις της όποιας «εσωκομματικής αντιπολίτευσης». Σε κάθε περίπτωση, το εύρος της νίκης του, εκτιμάται ότι σε πρώτη φάση χαρίζει στον Νίκο Ανδρουλάκη σημαντικό χώρο, χρόνο και ισχύ για τη διαχείριση των παραπάνω.
– Δεύτερον, η σύνθεση μεταξύ «νέων» και «παλιών». Βασικό σύνθημα της προεκλογικής εκστρατείας του ευρωβουλευτή, υπήρξε η «γέφυρα μεταξύ των γενεών της Αλλαγής και την κρίσης». Μια συνύπαρξη που φάνηκε και στα ποιοτικά χαρακτηριστικά των 270.000 ψηφοφόρων της πρώτης Κυριακής, με τους άνω των 60 να είναι μεν το κύριο σώμα, αλλά και τους κάτω των 50 να έχουν αξιοσημείωτο μερίδιο στη συμμετοχή. Αυτή η σύνθεση θα πρέπει να μεταφερθεί και στην εσωκομματική δομή, με τις μέχρι τώρα ενδείξεις, πάντως, να γέρνουν τις πλάστιγγα περισσότερο προς την πλευρά της «ανανέωσης», που αποτέλεσε, άλλωστε, και το βασικό μήνυμα της κάπλης. Αυτό, πάντως, δεν σημαίνει ότι παλαιότερα στελέχη δεν θα έχουν ρόλο στο νέο επιτελείο, κάτι που για όσους γνωρίζουν τα δεδομένα της προεκλογικής περιόδου, ήδη συμβαίνει (αφανώς μεν, αναμενόμενα δε) σε έναν βαθμό.
Οι συσχετισμοί με ΣΥΡΙΖΑ και Ν.Δ
Η μαζική συμμετοχή στις εκλογές μεταφράστηκε σε πολύ μεγάλο βαθμό ως έναυσμα μεταβολών στο πολιτικό σκηνικό. Με την επόμενη ημέρα, όμως να έχει ήδη ξημερώσει, στο προσκήνιο πλέον αναδύεται το στοίχημα της κεφαλαιοποίησής της. Πώς αναμένεται να κινηθεί η νέα ηγεσία, που εκτός της εν λόγω παρακαταθήκης, φαίνεται πως θα έχει στη φαρέτρα της και μια δημοσκοπική μεγέθυνση;
Οι δεξαμενές στις οποίες στοχεύει το ΚΙΝΑΛ δεν αλλάζουν, προσβλέποντας στην επιστροφή ψηφοφόρων από τον ΣΥΡΙΖΑ και στην προσέλκυση «απογοητευμένων» από τη Ν.Δ., δηλαδή, ως επί το πλείστον, σε πολίτες που εντάσσονται στις «γκρίζες ζώνες». Συνεπώς, η λογική του «διμέτωπου» που ακολούθησε απαρέγκλιτα η Φώφη Γεννηματά εκτιμάται ότι δύσκολα θα αλλάξει ριζικά, τουλάχιστον ως κατεύθυνση. Άλλωστε, οποιοδήποτε ίχνος σύγκλισης με έναν από τους δύο πόλους, θα αποτελούσε αυτή τη στιγμή, όπως λέγεται, «αυτοκτονική» κίνηση για το ΚΙΝΑΛ. «Στις εκλογές δεν κέρδισε το “με ποιους θα πάτε”, αλλά το αίτημα για ανανέωση», υπερθεμάτιζε έμπειρο στέλεχος, Πάντως, και εδώ υπάρχουν δύο δύσκολες προκλήσεις:
– Πρώτον, οι όποιες αποφάσεις σε καίρια διλήμματα αυτόματα θα αναδεικνύονται από κυβέρνηση και αξιωματική αντιπολίτευση ως «σημεία ταύτισης» με την αντίπερα όχθη. Τα τελευταία χρόνια, δεν ήταν λίγες οι περιπτώσεις που αυτό συνέβη: το έπραξε ο Αλ. Τσίπρας με τη Συμφωνία των Πρεσπών, το νομοσχέδιο για τις διαδηλώσεις και άλλα πεδία, το ίδιο έκανε σε κάποιες περιπτώσεις και ο κ. Μητσοτάκης από το βήμα της Βουλής, σε συζητήσεις για την πανδημία και όχι μόνο. Αυτονόητα, η τακτική αυτή των δύο δεν αναμένεται να αλλάξει, με το ΚΙΝΑΛ να καλείται να βρει ισχυρά αντισώματα.
– Δεύτερον, στην ίδια λογική, όσο πλησιάζουν οι εθνικές εκλογές, που προμηνύονται διπλές, η πίεση που θα ασκηθεί εκατέρωθεν θα είναι διαρκώς αυξανόμενη, ειδικά, δε, αν στον ορίζοντα αναδυθούν φόβοι ακυβερνησίας. Σε αυτή την περίπτωση, τα διλήμματα θα είναι πολύ σκληρά για τη νέα ηγεσία του ΚΙΝΑΛ και θα αποτελέσουν την πιο αποφασιστική δοκιμασία για το αφήγημα της αυτονομίας. Πρόκειται μεν για ένα πιο μακροπρόθεσμο ζήτημα, ωστόσο, όσο η Χαρ. Τρικούπη παραμένει τρίτος πόλος, νομοτελειακά θα τίθεται ως ερώτημα και χωρίς η χώρα να έχει εισέλθει σε προεκλογική περίοδο.
Σε χρόνο ενεστώτα, πάντως, η «κληρονομιά» των 270.000 ψήφων φαίνεται πως «βαραίνει» περισσότερο την Κουμουνδούρου, που αποτελεί άλλωστε και τον ιδεολογικά πιο συγγενή χώρο. Με τον ΣΥΡΙΖΑ να αναζητεί ακόμη ταυτοτικό βηματισμό και να ταλανίζεται από εσωτερικές αρρυθμίες, η νέα ηγεσία του ΚΙΝΑΛ αναμένεται να παίξει δυνατά το χαρτί του «αντιπολιτευτικού κενού», ειδικά όσο στο αντίπαλο στρατόπεδο οι «παραφωνίες» σε θέματα με «υπερκομματικά» χαρακτηριστικά (βλ. εμβόλιο), θα συνεχίζονται. Δεν αποκλείεται, δε, η Χαρ. Τρικούπη να προβεί και σε πιο δυναμικές κινήσεις, όπως να εγείρει ευθέως θέμα μη συμμετοχής του Αλέξη Τσίπρα στις Συνόδους των Ευρωπαίων Σοσιαλιστών, όπως συμβαίνει τα τελευταία χρόνια. Πρόκειται για ζήτημα που, σύμφωνα με πληροφορίες, έχει ήδη συζητηθεί άτυπα και το ευρωπαϊκό πρόσημο της θητείας του κ. Ανδρουλάκη στις Βρυξέλλες, εκτιμάται ότι μπορεί να παίξει έναν επιπλέον ρόλο.
Ο παράγοντας ΠΑΣΟΚ
Ο νέος πρόεδρος της παράταξης δεν έχει κρύψει ποτέ την επιθυμία του για πιο ενεργό ρόλο του «πράσινου ήλιου». Άλλωστε, από τους πιο παρατηρητικούς δεν έχει περάσει απαρατήρητο το γεγονός ότι πάντοτε υπέγραφε τις δηλώσεις του ως «ευρωβουλευτής ΠΑΣΟΚ» και όχι ΚΙΝΑΛ. Το ίδιο περίπου συνέβη και χθες, στην πρώτη επίσημη δήλωση του Νίκου Ανδρουλάκη ως προέδρου της παράταξης, στην οποία αναφερόταν ως «νέος πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ και του Κινήματος Αλλαγής», για πρώτη φορά από την ίδρυση του ΚΙΝΑΛ. Λεπτομέρειες μεν, που κρύβουν όμως σαφείς προθέσεις.
Θεωρείται λοιπόν βέβαιο ότι η νέα ηγεσία θα αναζητήσει τρόπους επαναφοράς της ονομασίας και των συμβόλων της βασικής του συνιστώσας. Εύλογα, ωστόσο, θα πρέπει να ληφθούν υπόψη και κάποιες εσωτερικές ισορροπίες, μιας και εντός του ΚΙΝΑΛ υπάρχουν και οι «μη πασοκικοί», για τους οποίους ο ίδιος έχει πει χαρακτηριστικά: «θα τιμήσουμε και τα σύμβολά μας, αλλά και τους ανθρώπους που ήρθαν και βοήθησαν».
Συνεπώς, με το βλέμμα και στο συνέδριο που βάσει καταστατικού ακολουθεί την προσεχή άνοιξη, θα πρέπει να αναζητηθεί το μοντέλο υπό το οποίο θα πραγματοποιηθεί η προαναγγελθείσα μετάβαση. Μια μετάβαση, στην οποία, πάντως, πιθανώς θα εντάσσεται και η ρύθμιση των οικονομικών ζητημάτων που «κουβαλά» το πασοκικό παρελθόν, για τα οποία θα πρέπει να εξευρεθούν βιώσιμες λύσεις.