Η στιχουργική χαρτογράφηση των Αστερουσίων
Το παρακάτω κείμενο αφορά τους Mαντιναδολόγους της Δημοτικής Ενότητας Των Αστερουσίων, όπως παρουσιάστηκαν από το Κέντρο Κρητικής Λογοτεχνίας, στον Δήμο Ηρακλείου.
Γράφει η Βούλα Επιτροπάκη
Η στιχουργική χαρτογράφηση των Αστερουσίων
… Ήλιος πολύς, λίγο νερό χαράκια κατά τόπους…
φτωχά ’ναι τ’ Αστερούσια, μα ‘χουνε σκιας ανθρώπους!
(Γιώργης Γιαχνάκης)i
Ένα μεγάλο ευχαριστώ είν’ υποχρέωσή μας
σ’ αυτούς που μας τιμήσανε κι ήρθανε στη γιορτή μας.
Αυτό που κάνατε για μας ποτέ δεν το ξεχνούμε
και περιμένομε καιρό, για να ανταποκριθούμε.
Και πάλι καλώς ήρθατε, ταχιά καλοστραθιά σας
και την υγειά σας να ’χετε, να τρώτε τα λεφτά σας…
(Αγαθάγγελος Αγγελιδάκης)ii
Στερουσιανή μου πέρδικα πέρδικα πλουμισμένη
απ’ όλα τα πουλιά τση γης σ’ έχω μπεγιεντισμένη.
(Θανάσης Σκορδαλός)iii
Kατά τον Δάπερ, «προς το μεσημβρινόν μέρος της νήσου παρά τον αιγιαλόν ευρίσκεται έν όρος, το οποίον ονομάζεται Αστερουσία από τους παλαιούς, εξ ου ωνομάσθη η κατά τας Ινδίας πόλις, κειμένη πλησίον του Καυκασίου όρους και η κατοικισθείσα από μίαν αποικίαν Κρητών»,iv «παλαίμαχων του εκστρατευτικού σώματος του Μ. Αλεξάνδρου», όπως γράφει ο Πλίνιος στη Φυσική Ιστορία του. Ο Hoeck (I, σ. 431) φρονεί ότι «και πόλις υπήρχεν εν Κρήτη ονομαζομένη Αστερουσία».
Η επάκτιος σειρά των Αστερουσίων ορέων με τον Κόφινα (1.250 μ. ύψους), όπως τη συναντούμε και σε κείμενα του Στέφανου Βυζάντιου, είναι το νότιο όριο της πεδιάδας της Μεσαράς προς το Λιβυκό πέλαγος.
Η χαρτογράφηση κάθε τόπου συνδέει την εμπειρία των ειδικών ως προς τη γεωγραφία με τα γενικότερα χαρακτηριστικά της γης και της ζωής στον τόπο.
Με τo δικό μας περίπατο, θα εκταθούμε κυρίως στα χωρικά όρια της Αστερουσιανής Δημοτικής Ενότητας, με την ευχή να αποτελέσει ξεκίνημα για περεταίρω καταγραφή των δημιουργών και των γειτονικών Δήμων.
Το αντικείμενο είναι η ντόπια λαϊκή λογοτεχνία και Γλώσσα: ρίμες, ριζίτικα και νεοριζίτικα, μοιρολόγια, έμμετροι παροιμιόμυθοι και παροιμίες, τοπικές γητειές, αινίγματα, νανουρίσματα και φυσικά, μαντινάδες.
Την περίοδο της Ενετοκρατίας, όπως και κατά την Τουρκοκρατία, η λαϊκή έκφραση εκδηλώθηκε με τη μουσική, με ακριτικά δημώδη άσματα και ριζίτικα δημοτικά τραγούδια, αλλά και με τραγούδια θρησκευτικά, πολεμικά (επικό είδος), όπως και σατυρικά ή τραγούδια της ξενιτιάς, τραγούδια δηλαδή, που εκφράζουν όλες τις πτυχές της ζωής του τόπου. Κυρίως όμως, με την ενσωμάτωση του ύφους του “Ερωτόκριτου” του Β. Κορνάρου στους λαϊκούς στίχους και στη μαντινάδα. Ας σημειωθεί ότι, οι Τουρκοκρητικοί, παρά τον εξισλαμισμό τους, μιλούσαν ελληνικά επισήμως, χωρίς να διώκονται. v
Για την περιοχή των Αστερουσίων δεν υπάρχουν παρά ελάχιστες βιβλιογραφικές πηγές, πέρα από τα χειρόγραφα, τα βιβλία και τα μουσικά CD των ίδιων των δημιουργών. Καθ’ ότι πρόκειται για “προφορική” λαϊκή δημιουργία, δεν υπήρχε, μέχρι πριν από είκοσι περίπου χρόνια, έντυπη συλλογή μαντινάδων. Σε γενικότερες συλλογές κρητικών δημωδών ασμάτων, συναντούμε, ωστόσο, μαντινάδες του τόπου, όπως στο βιβλίο του Αντώνη Τσιριγωτάκη Ο Κλήδωνας και οι μαντινάδες του (Ηράκλειο, 2001). Τα ντόπια μοιρολόγια, οι γητειές κ.λπ., εξ όσων γνωρίζω, δεν έχουν καταγραφεί ακόμα. Κάποιες τοπικές γητειές και παροιμίες βρίσκονται στο βιβλίο του Ζαχ. Δ. Καλοχριστιανάκη Πύργος Μονοφατσίου Ιστορία Θρησκεία Λαογραφία (εκδ. Ενορίας Πύργου, Αθήνα, 2009).
Κατά τα παραπάνω, εκτός από τα σχετικά πρόσφατα βιβλία και ή μουσικά άλμπουμ των δημιουργών, η βιβλιογραφία εκτείνεται σε περιορισμένες εκδόσεις, μεταξύ των οποίων, το εξαίρετο λεύκωμα έκδοσης του καποδιστριακού Δήμου Αστερουσίων (2009) Αστερούσια Μουσικές φωτογραφίες, που αναδεικνύει ντόπιους δημιουργούς, μουσικούς κυρίως, της συλλεκτικής και συγγραφικής επιμέλειας του μακαριστού Σάββα Πετράκη.
Ως εκ τούτου, η προσωπική εμπειρία και βοήθεια όλων μας, μπορεί να διευρύνει και να συμπληρώσει τον κατάλογο, ώστε να συμπεριληφθούν στο μέλλον και όσοι δημιουργοί πιθανόν έχουν παραλειφθεί σ’ αυτή την πρώτη καταγραφή.
ΙΙ.
Ο Μανώλης Λουλάκηςvi είναι αναμφισβήτητα ο μεγάλος Αστερουσιανός δημιουργός του λόγου. Ο ίδιος, τα τέσσερα αδέρφια του και ολόκληρη η αρκετά μεγάλη, ευρύτερη οικογένειά τους, ήταν όλοι τους ξεχωριστοί μαντιναδολόγοι, ριμαδόροι, λυράρηδες και άριστοι χορευτές. Μαζί τους, όλοι οι κάτοικοι της Εθιάς ήταν, ανέκαθεν, ξεχωριστοί γλεντζέδες και μερακλήδες, που μας φέρνουν στο νου τον μοναδικό στην Κρήτη “Εθιανό πηδηχτό” ή “αορίτικο” χορό. H ιδιαίτερη συλλογικότητα που παρατηρείται εδώ, αντικατοπτρίζεται σήμερα στην ανάπλαση του χωριού από όλους μαζί τους κατοίκους, οι οποίοι συνεχίζουν να δημιουργούν αυτοσχεδιάζοντας ξεχωριστή λαϊκή ποίηση, ώστε δικαιολογημένα θα μπορούσαμε να πούμε πως η Εθιά αποτελεί λαογραφικό, τρόπον τινά, σταθμό της αστερουσιανής μαντινάδας και μαντιναδολόγων.
Στην Εθιά έζησε επίσης και σε αυτήν αναφέρεται κατά μεγάλο μέρος του έργου του ο ξεχωριστός λαϊκός δημιουργός Αγαθάγγελος Αγγελιδάκης. Με οδηγό του τον “Ερωτόκριτο” του Β. Κορνάρου, ίσως δε και τις δημιουργίες του Μανόλη Λουλάκη, έπλασε «με σεβασμό και σύνεση», όπως λέει ο ίδιος, στίχους, μαντινάδες και μακροσκελείς ρίμες με πολυποίκιλα θέματα και περιεχόμενο. Το βιβλίο του Εθιά: Οι ρίζες μας εκδόθηκε με την επιμέλεια του “Συνδέσμου Ανάπλασης Εθιάς”, στο Ηράκλειο το 1996 και αποτελεί μια ριμαδόρικη αφήγηση για την πηγαία ανθρώπινη αλληλεγγύη και αγάπη, αγκαλιάζοντας, πράγματι αδελφικά, την ιστορία των οικογενειών όλων των ομοχωρίων του, ανατρέχοντας μέχρι την Τουρκοκρατία:
Σ’ ένα κλωνάρι της Εθιάς το νήμα έδεσά το
κι άλλοι ας σύρουν την κλωστή, να πάνε παρακάτω. (σ. 95)
Αληθινός παράδεισος θα γίνει κάποια μέρα
δεν ξέρω αν αξιωθώ να κάτσω στον αέρα
μα η ψυχή δε χάνεται θε να γενεί αηδόνι
και πάνω στα ψηλά βουνά θα βγει να ξεφαντώνει. (σ. 119)
Κάμε καλό και στο γυαλό το ρίξε να βουλίσει
και κάποια μέρα θα ’νεβεί και θα σε ωφελήσει.
Και πήγαινε καμιά φορά, μη λυπηθείς τα ζάλα
εκεί που πρωτοβύζαξες τση μάνας σου το γάλα. (σ. 110)
Τσ’ αθρώπους απού φώτισα έχω εμπιστοσύνη
και είμαι πολύ σίγουρος, λάθος δεν έχει γίνει. (σ. 90)
Την ιστορία χάρισμα την κάνω στη γενιά μας
ό,τι συμβεί ’πο δα και μπρος ας γράψουν τα παιδιά μας. (σ. 18)
Βιογραφικά στοιχεία του και πολύ γνωστές ιστορίες της προφορικής δημιουργίας του διασώζει σήμερα ο λαός, από στόμα σε στόμα όσων έχουν προσωπικές εμπειρίες και μνήμες μαζί του, προς τους νεώτερους. Μπορώ να αναφερθώ σε περιστατικό, που δείχνει την κοινή αποδοχή που έχαιρε από τους συμπολίτες του, στο οποίο παρευρέθηκα η ίδια, κατά την εκφώνηση του ονόματός του ως μάρτυρα στη μεταβατική έδρα του Μονομελούς Πλημμελειοδικείου στο Ειρηνοδικείο Πύργου, όταν ακούστηκε το αγέρωχο “Παρών!” και ο βηματισμός από τα επιμελημένα στιβάνια του να διασχίζουν την αίθουσα, πλησιάζοντας με σηκωμένη τη βέργα στο δεξί χέρι, ενώ το ακροατήριο, προς μεγάλη έκπληξη του Προέδρου, με άκρα φυσικότητα, τον επευφημούσε: «Με μαντινάδες να τα πεις!».
Μεταξύ των σπουδαίων λαϊκών δημιουργών του προφορικού λόγου, από την Εθιά, πρέπει επίσης, να αναφερθούν:
Η Ευαγγελία Αγγελιδάκη-Λουλάκη (ή Βαγγελιά), αδερφή του Αγαθάγγελου, νύφη των Λουλάκηδων, γνωστή για τους στίχους και τα μοιρολόγια της, μεταξύ άλλων και για τον άντρα της, που έχασε πολύ νέο, το1955:
Επήγα ’γώ και στα ωζά, επήγα και στη μάντρα
και κλαίγανε τα πρόβατα, μα δε γατέχω γιάντα…
Για τα μοιρολόγια, αλλά και τις μαντινάδες της είναι γνωστή και η αποβιώσασα στην Αυστραλία το 2006/7, Ελένη Κουτεντάκη-Βελεγράκη (ή Κουτεντολένη). Απόσπασμα μοιρολογιού για τον άντρα της, τον οποίο έχασε πολύ νωρίς, αμέσως σχεδόν μετά το γάμο τους, στον πόλεμο στο Τεπελένι:
Στην κάτω μπάντα του χωριού ήρθανε στρατιώτες
μπα να ’ρθε κι ο Μανώλης μου κι έχω κλειστές τσι πόρτες;
Μανώλη ανε ξανοίξομε ακόμη στην αυλή μας
θα βρούμε καλορίζικα απού τη στεφάνωσή μας.
Σε μνημόσυνό της στην Εθιά, παρευρέθηκε ο Λουδοβίκος των Ανωγείων και, για πρώτη ίσως φορά μέσα σε εκκλησία, ακούστηκε μαντολίνο με τα μοιρολόγια της.
Στην Εθιά ζει και η Μαρία Κακουδάκη-Λουλάκη, νύφη των Λουλάκηδων.vii Εκφράζεται με μαντινάδες και ρίμες κοινωνικές, όπως για τη «μάνα», και ταξιδιωτικές, εμπνευσμένες από τα θρησκευτικού κυρίως χαρακτήρα ταξίδια της, για τη Μονή Κουδουμά, τους Αγίους Τόπους, τα Μετέωρα κ.λπ., καθώς και με μοιρολόγια. «Με το μαύρο μοιρολόι… όπου κι αν πάω κλαίω ’γω στον κάμπο και στα όρη…», μας λέει η ίδια. Έχει ανθολογηθεί για ποικίλες επιδόσεις της, στο προαναφερόμενο λεύκωμα του Δήμου Αστερουσίων.
Η νεώτερη λαϊκή δημιουργός η Γεωργία Λουλάκη, συζ. Μανώλη Κτενιαδάκη, είναι δικαίως γνωστή για τα τραγούδια και, κυρίως, για τις μαντινάδες της. Γέννημα-θρέμμα της Εθιάς, ζει στη Γαλίφα Πεδιάδος. Φοίτησε Γυμνάσιο του Χάρακα και υπηρέτησε ως Γραμματέας της Κοινότητας Γαλίφας επί 27 χρόνια. Στίχοι της έχουν μελοποιηθεί και κυκλοφορούν σε CD γνωστών μουσικών, μεταξύ των οποίων, του Νικήτα Μαυρομανωλάκη, Γιώργη Κουκάκη, Α/φών Κατσαμάδων, Κωστή Δενδρινάκη, απ’ όπου: Ήθελα μόνο μια φορά αυτά που με πονούνε
να βρει η καρδιά μου δύναμη στα χείλη μου να βγούνε.
Επίσης, σε μουσικά cd των: Λεωνίδα Κλάδου–Μανώλη Κακλή (όπου:
Πώς το λυπούμαι τση χαράς το δάκρυ να το βγάλω
γιατί περνά καιρός πολύς να ξανατρέξει άλλο./
Ανε σου δίνει τη χαρά του πόνου μου το δάκρυ
θα σου το κάμω θάλασσα να μη θωρείς την άκρη./
Τση πεθυμιάς την ομορφιά όντε κοιμούμαι σμίγω
κι είναι του ύπνου μου γλυκό τ’ όνειρο, μα ’ναι λίγο.),
Μιχάλη Αλεφαντινού (όπου: Όνειρα μιας ζωής θωρώ στα μάθια σου πνιμμένα
γαλήνεψε τα κύμματα να μπω να σώσω ένα.),
Πυθαρούλη (όπου: Τάξε πως είχα όνειρα χτισμένα με τον άθω
κι είχα καλλιά, πως αγαπάς άλλο, να μην το μάθω./
Πού ’σαι χαρά μου πού ’λεγες τα λόγια τα μεγάλα…
και δεν εξανασμίξανε τσ’ αγάπης μας τα ζάλα.),
Κωστή Σαριδάκη (όπου: Το μεγαλύτερο καημό χαρά μού τονε κάμε
στσι χίλιες μια που σε θωρώ, να μην ξανοίγεις χάμε.),
Γιώργη Βρέτζου ή Κάτη (όπου: Πρέπει να κάμουν άγιο, Πόνο να τονε λένε
να δεις μπροστά στη χάρη ντου πόσες καρδιές θα κλαίνε.),
Μανώλη Αλεξάκη–Μανώλη Κακλή (όπου: Μαυρίζει η γης όντε με δει το χώμα τζη να σκάφτω/ γιατί εβαρέθηκε κι αυτή όνειρα μπλιο να θάφτω.) κ.λπ.
Το 2011, βραβεύτηκε ως στιχουργός, στην Αθήνα, για το Χρυσό μουσικό άλμπουμ της με τον Γιάννη Κακλή «Με τσ’ αναμνήσεις μου παρέα», από τη δισκογραφική εταιρεία “Φαιστός”. Από το άλμπουμ αυτό:
Δε βλέπω εκειά που αγαπώ – άντεξε συ και ζήσε
που προσπαθώ με το μυαλό να θυμηθώ πώς είσαι./
Μάθια που δεν εχόρτασα τα βλέπω με τη σκέψη
μα τα δικά μου ποιος μπορεί ύστερα να τ’ αρνέψει.
Άλλες, ανέκδοτες μαντινάδες τηςviii: Παραμιλώ τση μοναξάς, λέω τση δεν αντέχω
κι αναρωθιέται όποιος περνά, ίντα παρέα έχω./
Όντε πονείς και δε γατές ίντά ’ναι απου πονεί σε
γη θα ’χεις μέσα σου αθρωπιά γη μερακλής θαν είσαι.
Κλείνοντας με τους εν γένει …Λουλάκηδες, και αφού αναφερθούμε στο όνομα Ειρήνη Λουλάκη, για την οποία δεν βρέθηκε περαιτέρω υλικό, καθώς και στον σπουδαίο λυράρη Γιώργη Λουλάκη (ή Γιαχνή), που ζει στο Ροτάσι, του οποίου είναι γνωστή στην περιοχή η μαντινάδα που είπε φεύγοντας φαντάρος
(Φεύγω και αποχαιρετώ τον κόσμο γύρω-γύρω
γιατί δεν ξέρει μόνο ο Θιός ανε γξαναγυαγείρω),
όπως και στον αδερφό του, Γιάννη Λουλάκη, εξαίρετο, επίσης, μουσικό στο μαντολίνο και στο τραγούδι, που είναι μέλλος του γνωστού κρητικού συγκροτήματος “Πετρίτες”, αλλά και το λυράρη Μιχάλη Λουλάκη, οι οποίοι είναι, όλοι τους, ανίψια του Μανώλη Λουλάκη, ετοιμόλογοι μαντιναδολόγοι, καλοί χορευτές, καλλίφωνοι και μερακλήδες.
Το χωριό αυτό έχει αναδείξει πολλούς ακόμα καλούς μουσικούς, όπως τον παλιό, μεγάλο μαντιναδολόγο και λυράρη Κουτεντογιώργη, ο οποίος έζησε προς το τέλος της ζωής του στα Καστελλιανά (Όποιο πουλί σα γεννηθεί στα όρη και φωλέψει/ όσο κι είναι όμορφος ο κάμπος δεν τ’ αρέσει), τον Κωστή Γαρεφαλάκη, αδελφό του μακαριστού Νομάρχη Γιάννη Γαρεφαλάκη, τον Νικήτα Μαυρομανωλάκη και άλλους.
Γέννημα-θρέμμα της Εθιάς είναι και ο Γεώργιος Σαριδάκης. Εργάστηκε ως εκπαιδευτικός στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση στη Β. Ελλάδα και την Κρήτη. Αγαπά να εκφράζεται με τη μαντινάδα και ζει στο Ηράκλειο, «με το ένα πόδι στ’ Αστερούσια», όπως λέει ο ίδιος, γιατί «δεν θέλει να χάνει τις ρίζες του».
Σαν το δεντρό ’ν’ ο άθρωπος ρίζες κι εκείνος έχει/
που με τα ‘κείνες τρέφεται και στους “καιρούς” αντέχει.
Μαντινάδες του έχουν τραγουδήσει πολλοί μουσικοί καλλιτέχνες (Στιβακτάκηδες, Β. Σκουλάς κ.λπ.). Οι μαντινάδες από το μουσικό άλμπουμ του Β. Σκουλά «Δροσοσταλίδες» είναι έργο του: Δροσοσταλίδα να ’μουνα αγριολούλουδό μου
να τον περνώ στα φύλλα σου απάνω τον καιρό μου.
Δημοσιευμένη εισήγησή του με τίτλο «Μαντινάδα και συναίσθημα» υπάρχει στα Πρακτικά του σχετικού Συνεδρίου των Ανωγείων. Στίχοι του έχουν διακριθεί και βραβευθεί, ήδη από τη δεκαετία του ’90, από τη Νομαρχία Χανίων, και το σύνολο του έργου του από τον Πολιτιστικό Σύλλογο Ρεθύμνου “Οι ρίζες”.
Πολλές φορές ερώτησα μ’ απάντηση δεν πήρα
χωρίς εσέ ποια θα ‘τανε, Κρήτη, του κόσμου η μοίρα.
Η θεματογραφία του είναι ευρύτατη. Χαρακτηριστική η μαντινάδα του για την …ισοκατανομή της αγάπης του παππού, ως άμεση απάντηση στην ερώτηση φίλου του, «ποιο εγγόνι αγαπά περισσότερο»: Εγώ συχνοποτίζω ντα τα δυο μου κυπαρίσσα
και το ζυάζω το νερό, να βάνω ίσα-ίσα.
Στον λιμάνι του Αδάμαντα Μήλου, έχει αναρτηθεί επιγραφή με μαντινάδα του Γιώργη Σαριδάκη, για την αδελφοποίηση των τόπων:
Η Μήλος αναστέναξε και φώναξε «Μητέρα»
κι η Κρήτη αποκρίθηκε «Εδώ ’μαι θυγατέρα!».
«Έχω την πεποίθηση – λέει ο ίδιος – ότι η μαντινάδα, πέρα από τη συναίσθηση που βγάζει, πρέπει και να διδάσκει. Να διδάσκει Γλώσσα.» Αυτός είναι ο λόγος που, σε κάθε μαντινάδα, δεν παραλείπει να βάζει και μια κρητική κουβέντα στο τοπικό γλωσσικό ιδίωμαix. «Χωρίς αέρα δε λιχνάς, χωρίς βροχή δε σπέρνεις», λέει ο ίδιος. Τέλος, μια μεταφορικά αισιόδοξη μαντινάδα, λόγω των καιρών, για να κλείσουμε, προσωρινά, με τον εν λόγω αξιόλογο Αστερουσιανό στιχουργό:
Όποιος φορεί στην κεφαλή αγκάθινο στεφάνι
ελπίζει πως ογλήγορα ανάσταση θα κάνει.
Στην Εθιά ζει και η Αριστέα συζ. Βασιλείου Σαριδάκη, ετοιμόλογη στιχουργός κατά τις κοινωνικές εκδηλώσεις και συναθροίσεις, ενώ η μαντιναδολόλογος Αμαλία Κακουδάκη (εγγονή της αδελφής του Μανώλη Λουλάκη), ζει στο Ηράκλειο.
.
Εθιανής καταγωγής είναι όμως και λαϊκοί δημιουργοί που ζουν στο ΡΟΤΑΣΙ:
Η Μαρία Μιχ. Καλεντάκη το γένος Μαθιουδάκη, απλή γυναίκα του λαού, έχει δημοσιεύσει άρθρα, τραγούδια και ρίμες στην εφημερίδα “Πατρίς” του Ηρακλείου και “Αντίλαλος” της Μεσαράς. Συνέγραψε βιβλίο βιογραφίας μοναχού, με τίτλο Ο μακαριστός πατέρας Ιερόθεος, ο άνθρωπος της αγάπης και της συγγνώμης, Αθήνα, 2003, ενώ έχει ένα δεύτερο υπό έκδοση.x
Ο Γαρεφαλάκης Εμμανουήλ του Χαραλάμπου (ή Κόκκινος), μαντιναδολόγος του προφορικού αυτοσχεδιασμού, με βραβεία από πολλούς φορείς και διαγωνισμούς. Ανθολογήθηκε στον τόμο Ανθολογία κρητικής ποίησης 1950-2007 του Συμποσίου Ποίησης, εκδ. Ταξιδευτής, όπου αναφέρει «Αντί Βιογραφικού»:
Έγγονας είμαι Ανουγιανού του γέρο Γαρεφάλλη
κι απού τ’ Ανώγεια ήφυγε καθώς εφύγαν κι άλλοι.
Εις την Εθιά εγεννήθηκα και είμαι ανεθρεμμένος
μα στο Ροτάσι στο χωργιό είμ’ εγκατηστημένος.
Όποιος ρωτά πού βρίσκομαι και θέλει για να μάθει
εις την Εθιά εγεννήθηκα, μα στο Ροτάσι να ’ρθει.
Στην ίδια Ανθολογία, συμπεριλαμβάνεται και ο νεώτερος, Νικήτας Βαϊλάκης από το Ροτάσι. Μαντινάδες του βραβεύτηκαν και υπάρχουν στο σχετικό βιβλίο του Μιχ. Καυκαλά. Και στο φτακάθαρο γλιστρώ και πέφτω και βαρίσκω
οντε μ-περνώ από δίπλα σου το ζάλο μου δε βρίσκω.
Ας σημειώσουμε επίσης τον Εμμανουήλ Δασκαλάκη, συνταξιούχο δάσκαλο, καλό ριμαδόρο. Επίσης, τον σπουδαίο, σύγχρονο, Ροτασανό λυράρη Κωστή Κακουδάκη, τον λυράρη Πέτρο Σαριδάκη του Εμμαν., τον Κωστή Σαριδάκη του Χαραλάμπου λυράρη με αδελφό λαουτιέρη και άλλους οργανοπαίκτες, καθώς και νεώτερους μαντιναδολόγους, όπως τον Κωστή Ψιμουλάκη, για τους οποίους δεν κατέστη δυνατόν να μάθουμε περισσότερα. Καλούμαστε, ως εκ τούτου, όλοι να ενημερώσουμε τον κατάλογο των στιχουργών.
Το ίδιο και για τον ήδη αποβιώσαντα, εθιανής καταγωγής Κωνσταντίνο Βελεγράκη (ή Εθιανοκωστή), με σπουδαίους στίχους, από το ΜΕΣΟΧΩΡΙΟ, όπου ήταν και ψάλτης.
Από το Μεσοχωριό, πρέπει να αναφερθούν οι γνωστοί δεξιοτέχνες της λύρας Κωνσταντίνος Παπαδάκης (γνωστός ως Λυρατζάκι), που δεν είναι εν ζωή, ο Ζαχαρίας Μελεσσανάκης, ο Βεργάκης (ή Τσικιντίρης), ο αγροφύλακας Μανόλης Παπαδάκης, ο γιός του, γνωστός λαουτιέρης Νικηφόρος Παπαδάκης και άλλοι.
Βαδίζοντας τώρα ψηλότερα από το Μεσοχωριό: Στον ΑΧΕΝΤΡΙΑ, ζούσε ο Γεώργιος Πετράκης (ή Πετρογιάννης), μαντιναδολόγος και λυράρης των Αστερουσίων κατά τα έτη 1920 περίπου (πριν το Λυρατζάκι).
Αλλά και ο Αντώνης Φιλιππάκης (ή Τζαμπαντώνης), καθώς και τα αδέρφια του-μαντιναδολόγους. Αχεντριανός Ηρακλειώτης, γνωστός για τα τραγούδια, ρίμες, νεοριζίτικα και μαντινάδες του. Γνωστός επίσης, από την έκδοση της 15/νθήμερης πολιτικο-σατυρικής εφημερίδας “Το κολλητήρι”από το 1987 και εξής, της οποίας πολλά κείμενα ήταν σε έμμετρο ποιητικό λόγο: Όλη η ζωή ένας έρωτας δεμένος με τη φύση
στον κόσμο ό,τι γεννηθεί δικαίωμα να ζήσει
έχει, μα δεν τ’ αφήνουνε της γης οι κολασμένοι
γιατί από το σατανά είναι διορισμένοι
για να προσδιορίζουνε με άνομη ΑΠΑΤΗ
πόσοι θα είναι οι νηστικοί και πόσοι οι χορτάτοι ….
(Από το «Χριστουγεννιάτικο αφιέρωμα στην Τιμή της φτώχειας» Δεκ. 1993) xi
Ταξίδεψε στον κόσμο εργαζόμενος στα καράβια, έζησε αρκετά χρόνια στη Γερμανία, επανεγγράφηκε σε ηλικία 26 χρονών και τελείωσε το Γυμνάσιο στην Αθήνα και διετέλεσε Πρόεδρος της Κοινότητας Αχεντριά επί δύο τετραετίες (1982-1990). Έχει εκδώσει το βιβλίο Τσούτσουρας και Φλυτζανοχαραλάμπης, Αθήνα, 1976. Με σύγγραμμά του, αλλά και με την εφημερίδα “Το κολλητήρι” έφερε στο προσκήνιο το ζήτημα της ζωοκλοπής, μιας κακουργηματικής παράβασης που, δυστυχώς, μαστίζει μέχρι σήμερα τον Αστερουσιανό τόπο.
Δώσ’ μου να σου δίνω, πάρε το και δώσ’ μου:
τούτη την αξία δώσαμε του κόσμου./
Κρίση περνάς, κρίση περνώ, μα το ’χω σε χαρά μου
που σε κρατώ ατσαλάκωτη αξιοπρέπειά μου.
Δίνε κι ας μη σου δίνουνε, μη λες και ας σου λένε
γιατί μπορεί να μπλέξουνε αθρώποι που δε φταίνε./
Η άμμος γίνεται γυαλί και το γυαλί ποτήρι
και το ποτήρι μάρτυρας στο ακριβό χατήρι./
Και να μου πούνε να το πω το μυστικό, φοβούμαι
γιατί αλλιώς θα τους το πω κι αλλιώς θα πα το πούνε./
(γλωσσοδετικο-φανής): Επιθυμο-πολύ-ποθώ απάνω στο κορμί σου
φως μου να χοχλιδοσυρθώ, μα με τη θέλησή σου./
Ο κρητικός που δε θα βρει στη μάχη πιο γενναίους
εκείνος είναι κρητικός κι από τσι δυο γονέους.
Απόσπασμα από Νεοριζίτικό του: Οψ’ άργας πάλι επιάστηκα στα χέρια με το χάρο
κι ήταν τη δεύτερη φορά, μα τρίτη δε γλιτώνει
αν είν’ και μ’ αλεξίσφαιρα ρούχα διπλοντυμένος
γιατί ’ν’ το δίκιο μου πολύ κι η πίκρα μου μεγάλη
μα ’ναι κι ο πόνος μου βαρύς γιατί απόψε πάλι
εξαναπικροφλούμισε τσι ρόγες του θανάτου
κι έστεκε ο χάρος μακριά
και με περιγελούσε.
Προς τα δυτικά του Αχεντριά, στο χωριό ΜΟΥΡΝΙΑ, ζει ο μαντιναδολόγος και καλός χορευτής Μιχάλης Σφακιανάκης (ή Σφακιανομιχάλης).
Περπατώντας προς τις διπλανές παρυφές των Αστερουσίων, κατά μήκος της κορυφογραμμής προς τα δυτικά, στον ΠΡΙΝΙΑ, όλοι οι κάτοικοι, από παλιά, αυτοσχεδίαζαν πλάθοντας μαντινάδες. Να ξεχωρίσουμε όμως, τον αποβιώσαντα Γιάννη Παπαδάκη (ή Σταθογιάννη), παραδοσιακό οργανοποιό και λυράρη, ο οποίος κατασκεύασε χειροποίητες λύρες για όλη την περιοχή των Αστερουσίων. Ο δισέγγονός του Γιάννης Μαθιουδάκης μαθητεύει επάξια σήμερα ως μαθητής του Κυριάκου Καλλέργη στη λύρα. Λυράρης ήταν και ο Στέλιος Καλογιαννάκης από τον Πρινιά, επίσης αποβιώσας. Ανίψια του πρώτου, Πρινιανής καταγωγής, οι γνωστοί, Μανόλης Παπαδάκης (ή Μανιάς),xii εξαίρετος λυράρης του ΠΥΡΓΟΥ και ο αδελφός του, σπουδαίος λαουτιέρης, Στέλιος Παπαδάκης (Μανιάς).
Από τον ΠΥΡΓΟ, πρέπει να αναφέρουμε και τον παλιό λυράρη Μανόλη Καλλέργη και σήμερα το γιό του Κυριάκο Καλλέργη (δραστήριο στο Δήμο Αρχανών-Αστερουσίων), που είναι και στιχουργός:
Πάντα μου στ’ Αστερούσια θα πιένω να καθίζω
απού ’χει μερακλήδικα κορμιά και τα γλεντίζω.
Επίσης, τον στιχουργό Γιάννη Καπετανάκη και τους λαουτιέρηδες Κωστή Κατσουλιέρη, το γιό του Γιώργο, τον Αντώνη Μαρκατάτο, και τους λυράρηδες Ηρακλή Μαρκατάτο και Μανόλη Κατσαράκη (ή Προβατίνη) που δε ζει, καθώς και το κρητικό συγκρότημα «Αστερούσιος Ήχος», που αποτελείται από πολύ νεαρά παιδιά (Δημήτρη Παπαδόπουλο, Δημήτρη Καλογιαννάκη, Μανόλη Καινουργιάκη). Επίσης, πολλοί είναι οι μαθητές του λυράρη Κυριάκου Καλλέργη, όπως οι Γιώργος Καραντεμοίρης, Νίκος Κοσμίδης, Σταύρος Σταυρακάκης και άλλοι.
Τέλος, από τον Πύργο, ο Αντώνης Τσιριγωτάκης, εκτός από τα λαογραφικά βιβλία και Λεξικά του, γράφει επιτυχημένες ρίμες, δημοσιευμένες στο “Κολλητήρι” και σε άλλες εφημερίδες.
Συνεχίζοντας στο ύψος της κορυφογραμμής, στους ΠΑΡΑΝΥΜΦΟΥΣ:
Ο Μιχελάκης Νικόλαος (ή Κοκόλης), παλιός λαουτιέρης και τραγουδιστής, αλλά και καλός μαντιναδολόγος, ζει στους Παρανύμφους. Ο Μιχελάκης Νικόλαος, που ζει στο Ηράκλειο, παίζει μαντολίνο και έχει προσωπική, δισκογραφική δουλειά με δικές του μαντινάδες. Ο Μιχελάκης Γεώργιος του Ζαχαρία, λαουτιέρης, που έχει συνεργαστεί με κορυφαίους λυράρηδες, όπως τον Θαν. Σκορδαλό, Κ. Μουντάκη, Λεων. Κλάδο, Νίκο Σωπασή και άλλους, οι οποίοι μελοποίησαν μαντινάδες του. Η Νεκταρία και Εύα Μιχελάκη του Αντωνίου και η Μιχελάκη Νεκταρία του Μιχαήλ γράφουν καλές, επίσης, μαντινάδες, καθώς και ο Λευτέρης Μιχελάκης του Αντρέα. Μαντινάδες του τελευταίου έχουν μελοποιηθεί και υπάρχουν σε δύο δισκογραφικά CD του μουσικού Νεκτάριου Σαμόλη, το πρώτο από τα οποία έχει τον τίτλο «Ταίρι τ’ ανέμου», από τη σχετική μαντινάδα του.
Ψηλά πετάς πουλάκι μου μακραίνεις και σε χάνω
και μόνο στ’ όνειρο τσ’ αυγής κιαμιά φορά σε φτάνω./
Κρυγιό νερό η αγάπη σου κι όμως σταλιά δεν πίνω
τρέμω σα ‘ρθεί στα χείλη μου, και χάμε όλο το χύνω.
Στους Παρανύμφους ζει και ο εξαίρετος μουσικός Γιώργης Δημητράκης, γνωστός ως Λυράρης, με πληθώρα πασίγνωστων μαντινάδων στην περιοχή, καθώς και ο αδερφός του Παντελής Δημητράκης, που πρέπει να του κατοχυρωθεί η γνωστή μαντινάδα: Όπου κι αν πάω θα βαστώ χώμα του Ψηλορείτη
να το σκορπώ να γίνεται όλος ο κόσμος Κρήτη./
Όνειρο ήσουν κι έσβησες στο πρώτο φως τση μέρας
μα ’γω ακόμα αισθάνομαι τα χάδια τση βεγγέρας.
Ο Μιχάλης Αλεφαντινός τραγούδησε τη μαντινάδα του: Πολλές φορές η σκέψη μου κάνει φτερά και φεύγει/ κι ενός χαμένου όνειρου τσ’ αποστροφές γυρεύγει.
Στον ΑΜΥΓΔΑΛΟ: Η Μαρία Μιχ Μιχελάκη, που ζει στο Καστέλλι Πεδιάδος, καθώς και η αδελφή της Κατερίνα Μιχελάκη, που ζει στον Αμύγδαλο, γράφουν καλές μαντινάδες.
Δροσουλιασμένη η σκέψη μου κάθε πρωί γυαγέρνει
κι απ’ την κορφή του Κόφινα τη μυρωδιά μου φέρνει.
Κατηφορίζοντας, τώρα, προς το ΧΑΡΑΚΑ:
Η Άννα Σκανδαλάκη το γένος Τζανακάκη, με καταγωγή από τα Σαχτούρια Αγίου Βασιλείου Ρεθύμνου, ζει παντρεμένη πολλά χρόνια στο Χάρακα. Πολυγραφότατη, αυτοσχεδιάζει ποικίλες ρίμες, ριζίτικα και μαντινάδες, τραγουδισμένες από πολλούς κρήτες μουσικούς, όπως τον Πυθαρούλη, Μάρκο Κωνταντακάκη, Γιάννη Καδιανάκη, Χαραλαμπάκη κ.ά. Έργα της έχουν διακριθεί και βραβευθεί από το Σύλλογο Στιχουργών Ν. Χανίων, από τον Παγκρήτιο Σύλλογο “Μιχ. Καυκαλάς”, τοn Δήμο Ζαρού κ.λπ.
Πού να σε βάλω ανάμνηση πού να σε φυλακίσω
να μην πειράζεις μια πληγή που πολεμώ να κλείσω./
Διπλόσκολό ’χει και ξαργεί κάθε φορά η καρδιά μου
που σμίγουνε τα μάθια σου μαζί με τα δικά μου./
Ένας ντουνιάς ολόκληρος έχει μοσκομυρίσει
γιατί ’χουν οι νερατζανθοί τσ’ αγάπης μας ανθίσει./
Εγώ ‘χω την ελπίδα μου Χάρο και δε φοβούμαι
κι ας λένε μέσα στη ζωή άλλοι πως ναυαγούνε. xiii
Ας μην ξεχνάμε επίσης, το μεγάλο, Χαρακιανό λυράρη Παντελή Σταυρουλάκη, τους λυράρηδες Γιώργη Αποστολάκη (ή Τζαμπάζη) και, σήμερα, τον εγγονό του λυράρη Γεώργιο Αποστολάκη, μαθητή του Κ. Καλλέργη, τον λυράρη Γιάννη Καδιανάκη, καθώς και τους Δημήτρη Βασιλάκη (ή Τσουρλοδημήτρη) και Μανόλη Μιχαλάκη (ή Τζιβιδίκο), με το υπέροχό τους μαντολίνο.xiv Αλλά και τον παλιό λυράρη Πανάγο Γαργουλάκη, καθώς και το γιο του Νίκο Γαργουλάκη (ή Παναγόνικο).
Η Ελευθερία Καλλέργη από το Χάρακα είναι στιχουργός μακροσκελούς ρίμας για «τις μανάδες που έχουν παιδιά ναυτικούς», ενώ μαντινάδες της έκανε πασίγνωστες ο αείμνηστος Παντελής Σταυρουλάκης.
Σπίθα μικρή κι αψήφιστη κρυμμένη στην αιθάλη
ποιος το ’λπιζε πως θα γενεί τέτοια φωθιά μεγάλη/
Το μυστικό μου είναι βαρύ ωσάν τον Ψηλορείτη
κι έγινε η καρδιά μου δυο, με δίχως δυναμίτη.
Δύο χρόνια μετά το θάνατο του μεγάλου λυράρη, σε εκδήλωση μνήμης του στο Χάρακα, ο μαντιναδολόγος Μανόλης Μπαριτάκης τραγούδησε, απευθυνόμενος στον λυράρη Π. Σταυρουλάκη: Όσο μακριά κι αν βρίσκομαι σιγά-σιγά σιμώνω/ κι απ’ την κορφή του χαρακιού σας σε ’ποκαμαρώνωxv.
Άλλη μαντινάδα του: Φεγγάρι μου όντε την(ε) δεις στην πόρτα και προβαίνει
πες της πως δεν την αγαπώ και μη με περιμένει
Υπάρχουν νέα παιδιά που ασχολούνται στο Χάρακα με τη μαντινάδα, που πρέπει να βοηθήσουμε στην καταγραφή τους.
Στο ΔΩΡΑΚΙ της παλιάς κοινότητας Χάρακα, έζησε ο μεγάλος λυράρης των αρχών του 20ού αι. Μιχάλης Βαρδάκης (ή Βαρδομιχάλης), που έπαιζε τη λύρα του σε όλη την Κρήτη, από το Λασίθι ως τα Χανιά, απουσιάζοντας για εβδομάδες σε κάθε μακρινό γάμο, που τότε, ως γνωστόν διαρκούσε μέρες.
Αλλά και ο λαϊκός ριμαδόρος Βασίλειος Τριγωνάκης (ή Τριγωνοβασίλης). Συνέγραψε πλούσιο έργο με ποικίλο περιεχόμενο, μέρος του οποίου επιμελήθηκε ο γνωστός, φιλόλογος και συγγραφέας Σήφης Κοσόγλουxvi από το Σωκαρά, συντονιστής της αποψινής εκδήλωσης. Θα τον παρακαλέσω να αναγνώσει κάποιους στίχους του Βασίλη Τριγωνάκη. [….]
Από το Δωράκι είναι ο μουσικός Αντώνης Γ. Επιτροπάκης, λυράρης, λαουτιέρης και μαντολινάρης, δισεγγονός του λυράρη Μιχάλη Βαρδάκη. Αλλά και ο μαντιναδολόγος Κώστας Παπαδάκης του Μιχαήλ, που είναι ιδρυτικό μέλος του “Συλλόγου Προστασίας Γεωργαλίδικων αλόγων”, έχει πρωτεύσει κατ’ επανάληψη σε ιππικούς αγώνες και έχει τιμηθεί από πολλούς φορείς. Μαντινάδες του συμπεριλαμβάνονται στον πραναφερόμενο τόμο της Ανθολογίας του Συμποσίου Ποίησης. Απ’ όλα τα πουλιά τση γης ο αετός μ’ αρέσει
απου πετά πάντα ψηλά, όσο κι ανε μ-πονέσει./
Σε τόπο που ’ν’ απάνεμος ποτέ μου δεν καθίζω
για να ’χω κόντρα τον καιρό να τονε κανακίζω./
Καλλιά φτωχός κι αγέρωχος στον ασκιανό των πρίνω
παρά με ψεύτικες χαρές στον κόσμο ν’ αργοσβήνω./
Μ’ ονείρου σκέψη ξομπλιαστή όπου και να γυρίσω
την ταχινή πρωί-πρωί πάλι θα να ’μαι οπίσω.
Έχουμε όμως κατεβεί ήδη, στους πρόποδες των Αστερουσίων. Στον κάμπο, στα ΠΡΑΙΤΩΡΙΑ, ας αναφέρουμε τον παραδοσιακό οργανοποιό Νίκο Αποστολάκη, καθώς και τον γνωστό στην περιοχή λυράρη Φροίξο Ανδρεαδάκη.
Στα ριζά της μεσαρίτικης πεδιάδας, στην ΠΛΑΚΙΩΤΙΣΣΑ, έζησε ο σπουδαιότατος, γνωστός σε όλους μας, Γιώργης Σταυρακάκης (ή Μιχαλόμπας).
Όταν ο ήλιος δε σε ιδεί, να σ’ αχτινοχαϊδέψει
πάει με το παράπονο κι αυτός να βασιλέψει./
Σαν την αυγή τη δροσερή μοιάζει το πρόσωπό σου
κι άμα ροδίζει και τη δω, θαρρώ πως είμαι ομπρός σου./
Νύχτα σ’ εσένα θα το πω το μυστικό μου πάλι,
γιατί τσ’ αυγής ανέ το πω, στη φόρα θα το βγάλει.
Ο Γιώργης Σταυρακάκης (Μιχαλόμπας) ήταν ίσως ο μοναδικός Αστερουσιανός στιχουργός που εξέδωσε ενοποιημένα τα έργα του. Μελοποιημένες από παλιούς και νεώτερους αξιόλογους μουσικούς, οι μαντινάδες του μαζί με ποιητικούς του στίχους, κυκλοφορούν σε δύο βιβλία, το δεύτερο με τίτλο Θλιμμένη χαραυγή, εκδ. Σείστρον, 2003 (β΄ έκδοση 2007). Γνωστές και από τη δισκογραφία, έχουν ανθολογηθεί σε έντυπους τόμους, όπως η προαναφερόμενη Ανθολογία Κρητικής Ποίησης, αλλά και στο διαδίκτυο.
Ζηλεύγω να ’ναι σ’ ασκιανό, να ’γραίνεται όντε βρέχει
κι ο ήλιος θέλω αμάλαγη, σα λιάζει να την έχει./
Ποιο κύμα φέρνει τη χαρά, να πα’ να κάτσω ανάδυα
να το λουστώ, να σβήσουνε του πόνου τα σημάδια./
Φεγγάρι τόσα μυστικά που σου ’χομε ’πωμένα
να μη σ’ ακούσω μια φορά να ξεστομίσεις ένα./
Είναι δεντρά π’ όντε φυσά, το ’να τ’ αλλού θ’ αγγίξει
μόνο για μας δεν έκαμε καιρό να μας-ε-σμίξει./
Γιάιντα στον τόπο π’ αγαπώ ό,τι κι α δω μ’ αρέσει
σα να ’μαι στον Παράδεισο και κάθομαι στη μέση.
Εκτός από τον Μιχαλόμπα, στην Πλακιώτισσα έζησε και ο σπουδαίος στιχουργός Αντρέας Κουτεντάκης (ή Καψαλαντρέας), που στίχους και μαντινάδες του έκανε πασίγνωστες ο Νίκος Ξυλούρης. Τα γνωστά, «Στο ρίζωμα του Χαρακιού», «Λίγες ελπίδες μού ’δωσες…», «Σα μείνεις μόνη στη ζωή», «Κάνε μια βόλτα στο χωριό», καθώς και το εξαιρετικό, αν και όχι πολύ διαδεδομένο «Φύγε μακριά πολύ μακριά μη με πληγώσεις πάλι» είναι έργα του Καψαλαντρέα.
Καρδιά μου αν είσαι δυνατή κάνε χαρά τον πόνο
ήρθε καιρός να ιδώ κι εγώ ίντα καρδιά σηκώνω.
Η τελευταία μαντινάδα που είπε σε γλέντι είναι γραμμένη στον τάφο του:
Έκλεισ’ ο κύκλος τσης ζωής, εδώ τελειώνουν όλα
κι ας πω κι εγώ πως ήμουνε μέσα σε κήπο βγιόλα.
Ο γιός του Δημήτρης Κουτεντάκης παίζει σπουδαίο μαντολίνο.
Από το ίδιο χωριό ήταν και ο ριμαδόρος Δημήτρης Σταυρακάκης του Εμμανουήλ (και Σοφίας, 1906-2004), που είχε γεννηθεί στον Πρινιά. Ο Δημήτρης είχε καταγράψει σε ρίμες το ιστορικό της γνωριμίας του με τη Μαρία, μετέπειτα γυναίκα του-κόρη πλούσιου κτηνοτρόφου από τα Ανώγεια, με κοπάδια στην περιοχή της Πλακιώτισσας, όπου δούλευε ως βοσκός του. Περί της γνωριμίας των δύο νέων, το απόσπασμα: …Μαρία: Πες μου ψιλόλιγνε αϊτέ, ίντα γενιά λογάσαι
κι είναι το αίμα σου γλυκύ κι όποια σε δει αγαπά σε.
Και τσ’ αποκρίθηκα κι εγώ «με λένε Σταυρακάκη
απού τη χτίζω τη φωλιά σε ριζιμιό χαράκι.
Κι αν θες να μάθεις το χωριό, να μάθεις και το σόι,
είμαι από την Πλακιώτισσα, του Σταυρακομανώλη.
Είπα σου ’γω, πε μου κι εσύ να μάθω τ’ όνομά σου,
να καταλάβω ανέ πονεί για μένα η καρδιά σου…
Αντίκρυ στην κορυφογραμμή, στη ΛΙΓΟΡΤΥΝΟ:
Εξαίρετος, αποβιώσας λυράρης ο Κωνσταντίνος Ασκορδαλάκης (ή Ασκορδαλόκωστας) και, σήμερα, ο γιός του, δικηγόρος, Μιχάλης Ασκορδαλάκης. Ο παλιός βιολάτορας Καλουτσάκης, ο γνωστός Θανάσης Μπαρκαλάκης και πολλοί από την οικογένειά του, καθώς και οι λαουτιέρηδες Ανδρεαδάκηδες και Φίλιππας Καραταράκης είναι επίσης από τη Λιγόρτυνο.
Στο ΤΕΦΕΛΙ, κλείνουμε σιγά-σιγά την περιήγησή μας. Το χωριό αυτό έχει αναδείξει γνωστούς μουσικούς: τους λαουτιέρηδες Γιώργη, Κωστή και Μανόλη Κουμιώτη, τον Αριστείδη Αγριμανάκη, τον Γιώργη Κουτεντάκη, τον Φροίξο Ασκορδαλάκη, τον Αναστάση Αβανίδη, αλλά και τον λυράρη Βενερογιάννη, καθώς και τον παλιό πρόσφυγα Μυτάρα, που έπαιζε αμανέδες.
ΙΙΙ.
Όλοι οι ντόπιοι ξέρουμε ότι σε όλα τα χωριά του τόπου, ακόμη και σε αυτά που δεν αναφέρθηκαν, καθημερινά μέσα στη ζωή, δημιουργούνται φυσικότροπα, από πολλούς μαντινάδες και ρίμες. Όλοι επίσης, ξέρουμε ότι τα χωριά από τους όμορους των Αστερουσίων Δήμους, ανήκουν ανέκαθεν, από τη φύση, στην «οικογενειακή» Αστερουσιανή περιοχή του Μονοφατσίου. Για τούτο, πρέπει να τονίσουμε την αναγκαιότητα να διευρυνθεί ετούτη η έρευνα και να καταγραφούν οι Αστερουσιανοί δημιουργοί, μέσα και έξω από τα χωρικά σύνορα του Δήμου μας, όπως π.χ. ο Γιώργης Γιαχνάκης, Γιώργης Παντεχάκης του Αντρέα από τις Στέρνες, η Δέσποινα Σπαντιδάκη από τους Στόλους, και τόσοι μαντιναδολόγοι από τα Καπετανιανά και τα άλλα χωριά, που αναφέρω παραδειγματικά, κατά παρέκκλιση, για να μην αναφερθώ και λίγο μακρύτερα, προς τις «Μεσάδες», όπου προέχουν οι γνωστοί και πολυανθολογημένοι Μήτσος Σταυρακάκης και Γιώργης Καράτζης.
Στην παρουσίαση τούτη, δεν ασκούμε κριτική στους δημιουργούς και στα έργα τους. Επιχειρούμε κυρίως μια πραγματολογική αναφορά σ’ αυτά, με στόχο την καταγραφή και παρουσίασή τους.
IV.
Αγαπητοί φίλοι,
Τι είναι αυτό που κάνει να ξεχωρίζει την Αστερουσιανή μαντινάδα και τους στίχους των αστερουσιανών δημιουργών;;; Αυτό που την κάνει να έχει το δικό της ιδιαίτερο χρώμα και εκφορά; Όποιος δρασκέλισε τις λαγουδοφωλιές στις αστιβίδες του βουνού αυτού και κακοτροχάλεψε στις χαλέπες του μέχρι τις φασκομηλιές του Λιβυκού, εκείνος που ατένισε από ’κει το Γιούχτα κι ένιωσε στις κορφές την κάψα του, που μύρισε την αποδρομή, στράτα-στράτα στις ξερολιθιές του,
αυτός που αφουγκράστηκε τη νύχτα στον ουρανό του με την Άρκτο, αυτός ξέρει καλά σε τι αναφερόμαστε. Πρόκειται για τη Φύση του τόπου, στο σημείο, συγκεκριμένα, που τέμνονται οι μεσημβρινοί με τους παραλλήλους της γης, όπου γεννιούνται οι άνθρωποί του. Στη γέμωση φυτεύουνε,/ στη λίγωση τα βγάζουν… κ.ο.κ. και συνεχίζονται οι γενιές…
Ας θυμόμαστε την ετυμολογική σύνδεση του ονόματος με τον Αστερίωνα, θετό πατέρα του Δία. Αλλά και τον Αστέριο, που δεν είναι άλλος από το Μινώταυρο. Μας το μαρτυρούν οι οικισμοί στο μινωϊκό Δαμάντρι και το αρχαίο Ρύτιο. Όλοι οι ντόπιοι ξέρουν καλά, πως κάθε γέννηση νικά το Μινώταυρο, με το υνί του αλετριού, με το κρασί στη βούργια, τη στάξη στο ρακοκάζανο, το λάδι στο καντήλι, με το προζύμι και τον αφρό της μυζήθρας. Όλα αυτά, ΛΟΓΟΣ ΚΑΙ ΠΡΑΞΗ, μαζί, είναι η ΠΑΡΑΔΟΣΗ, που ενώνει και αδερφώνει, για μια κοινή αντιμετώπιση της έσχατης δικαιοσύνης της ανθρώπινης θνητότητας. Αυτή η αλληλεγγύη και αδερφοσύνη έναντι του θανάτου, κινεί την ερωτική αίσθηση των πραγμάτων, αρθρώνει το ΛΟΓΟ, και γίνεται τραγούδι, γητειά, μοιρολόι, αινιγματικός στίχος, μαντινάδα και ριζίτικο, γίνεται δηλαδή λαϊκή Ποίηση, πέρα από κάθε παροιμιώδη ή μεταφορική λογική, που στηρίζει τη σύγχρονη πραγματικότητα.
Οι άνθρωποι των Αστερουσίων έχουν τη δική τους ιδιαίτερη φύση και χάρη. Τηρούν και διαθέτουν σε πολλά ζητήματα δική τους, έμπρακτη τακτική και ηθική: ήθη, έθιμα, γλωσσικές διαλεκτικές απολήξεις και λέξεις, συχνά δε τη δική τους δικαϊκή συμπεριφορά, κ.λπ, και μ’ όλα αυτά δημιούργησαν, εν πολλοίς, το δικό τους λαϊκό λόγο.
Αγαπητοί φίλοι,
Επειδή ο αστερουσιανός τόπος βασίζεται ακόμη κατά πολύ στην φύση και την αγροτική οικονομία, για τούτο η κοινωνία μας έχει ακόμη, λαϊκό λόγο να αρθρώσει.
Ας στρέψουμε τα βλέμματα στην παραδοσιακή σκευή μας. Ας σεβαστούμε όλοι ό,τι έχουμε, συλλογιζόμενοι με ευρύ πνεύμα. Δεν στηρίζει πάντα εποικοδομητικά ο πλούτος τον πολιτισμό. Ο πολιτισμός είναι αυτός που προωθεί την οικονομία!
Η λαϊκή λογοτεχνία και η μελέτη της είναι δύναμη για τον καθένα.
Παιδιά μου σας παρακαλώ όπου και να βρεθείτε
τον τόπο που σας γέννησε ποτέ μη λησμονείτε…
Απόφαση να κάμετε ό,τι και να στοιχίζει
και γράψτε πάνω γράμματα: ’πο ’δω η ζωή αρχίζει.
(στίχοι του Αγαθάγγελου Αγγελιδάκη)
Το Κέντρο Κρητικής Λογοτεχνίας συνέβαλε, εκτός των άλλων, και στην καταγραφή και αρχειοθέτηση της παραγωγής του ντόπιου λαϊκού λόγου.
Ας ευχαριστήσω, λοιπόν, τον καθένα από όλους όσους βοήθησαν στη συλλογή αυτού του υλικού. Επίσης, την ΕΡΑ Ηρακλείου και όσους συνέβαλαν στην προβολή της εκδήλωσης αλλά και στην πραγματοποίησή της.
Ευχόμενοι να υπάρξουν στο μέλλον ειδικοί μελετητές της γλωσσικής δημιουργίας στην ευρύτερη περιοχή των Αστερουσίων και γνήσιοι δημιουργοί. στον τόπο, ας κλείσουμε – με τι άλλο; – με λίγους αστερουσιανούς στίχους:
Να ’τανε τρόπος οι λαοί να πολεμούν στον κόσμο
με τους ανθούς του γιασεμιού, μ’ αρισμαρί και δυόσμο.
Σε κάθε κάννη ντουφεκιού να βάλουμε λουλούδι
κι οι μπαλωθιές να γίνουνε ερωτικό τραγούδι. (στίχοι Γιώργη Σαριδάκη)
Ευχαριστώ.
“Ανδρόγεω” Δήμου Ηρακλείου, 12-11-2012
Βούλα Επιτροπάκη
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Τα αναφερόμενα βιβλία των δημιουργών.
Ανθολογία Κρητικής Ποίησης 1950-2007, Συμπόσιο Ποίησης, εκδ. Ταξιδευτής, 2007.
Αστερούσια Μουσικές φωτογραφίες, επιμ. Σάββας Πετράκης, έκδ. καποδιστριακός Δήμος Αστερουσίων, 2009.
Το αφιέρωμα στην κρητική μαντινάδα, στο περιοδικό “Έρεισμα”, τεύχ. 5-6, Χανιά, καλοκαίρι 1996.
Ζαχαρίας Δ. Καλοχριστιαννάκης, Ο Πύργος Μονοφατσίου Ιστορία – Θρησκεία –Λαογραφία, έκδ. Ενορίας Πύργου, 2009. Οι Τρεις Εκκλησιές των Αστερουσίων, έκδ. Πολιτιστικού Συλλόγου Τριών Εκκλησιών, Αθήνα, 2008.
Μιχάλης Καυκαλάς, Μνημόνιο της Κρητικής Διαλέκτου και Οδηγός Κρητικής Μαντινάδας (Βιβλιοεκδοτική Αναστασάκη, Αθήνα), όπου περιλαμβάνονται κυρίως μαντινάδες δημοσιευμένες λόγω συμμετοχής τους στον 7ετή διαγωνισμό μαντινάδας, τον οποίο επιμελείτο ο ίδιος, στην εφημερίδα “Κρητικά Επίκαιρα”.
Αντώνης Τσιριγωτάκης, Θησαυρός της Κρητικής Διαλέκτου, Ηράκλειο, 2008. Ο Κλήδονας και οι μαντινάδες του, Ηράκλειο 2001. Κρητών διάλεκτος Κρητοφωνικό Λεξικό, Ηράκλειο, 2001.
Διαδικτυακές πηγές: “Μουσικό λαογραφικό αρχείο Μέλπως Μερλιέ”, <http://www.mla.gr/artist_info?artist_id=558>.
<http://mantinadokouventes.blogspot.gr> ,
Η προσωπική, βιωματική αντίληψη και γνώση.
Ευχαριστώ όσους βοήθησαν για τη συλλογή των στοιχείων, ιδιαίτερα δε, τους: Μιχάλη Βελεγράκη (εκπαιδευτικό, Ροτάσι), Μιχάλη Ασκορδαλάκη (δικηγόρο, Λιγόρτυνος), Λευτέρη Μιχελάκη (ποιητή-εκπαιδευτή οδήγησης, Παρανύμφοι), Μαίρη Μπαριτάκη (φιλόλογο, Χάρακας), Νίκο Μαθιουδάκη (πρόεδρο “Συνδέσμου Ανάπλασης Εθιάς”), Κυριάκο Καλλέργη (λυράρη, Πύργος), Γεώργιο και Ευδοξία Επιτροπάκη (γονείς μου, Δωράκι) και,
ως άλλο “ευχαριστώ”, σήμερα, που δημοσιεύεται η παρούσα εργασία αφιερώνεται στη μνήμη των +Σήφη Κοσόγλου, (ποιητή-φιλολόγου από το Σωκαρά) και +Μανώλη Παπαδάκη (λυράρη από τον Πύργο).
ii Αγαθάγγελος Αγγελιδάκης «Για την Εθιά», 18-3-1994, στο Εθιά: Οι ρίζες μας, επιμ. έκδ. “Συνδέσμου Ανάπλασης Εθιάς”, Ηράκλειο 1996.
iv Δάπερ, Ακριβής περιγραφή Κρήτης σ. 19. Πρβλ. και Sacra Creta I, 119 και «Γιοσέφ Ελιγιά», Εγκυκλοπαίδεια «Δρανδάκη». Επίσης, «Πάπυρος Larousse».
v Ζαχ. Δ. Καλοχριστιανάκη Πύργος Μονοφατσίου Ιστορία – Θρησκεία – Λαογραφία, έκδ. Ενορίας Πύργου, Αθήνα, 2009, σ. 80-84.
vi Βλ. Βιβλίο Μποβαρύ, σ. 53-54 που διασώζει τη φωνή του Μανόλη Λουλάκη, ο οποίος απεβίωσε το 1976 περίπου.
vii Ο Μανώλης Λουλάκης ήταν αδελφός του πεθερού της.
viii Άλλες μαντινάδες της Γεωργίας Λουλάκη:
Δεν έχει τέλος ούτ’ αρχή η αγάπη απου σού ’χω/ και κόλλησες απάνω μου σαν το βρεμμένο ρούχο.
Καημέ μου και μαράζι μου μη μεγαλώνετ’ άλλο/ γιατί δεν έχω μπλιο ποθές τόπο να σας σε βάλω.
Κλείσε τα μάθια κι άμα θες φέρε με στο μυαλό σου/μα μην τρομάξεις που θα δεις τη σταύρωσή μου ομπρός σου.
Της μοναξάς το σύννεφο στο πρόσωπό μου απλώνει/ και δε θωρώ πότε βραδιά και πότε ξημερώνει.
Εγώ ’μια που μεγάλωσα στην αγκαλιά του πόνου/ και τρέμω όντε μου πουν ευχές, να λένε «και του χρόνου».
Μιαν ανθρωπιά μου ’πόμεινε στον κόσμο και προσέχω/ να μην τη χάσω κι ύστερα, ίντα θα πω πως έχω…
Τάφο στενό για δυο κορμιά θα χτίσω πριν ’ποθάνω/ να λιώσω στην αγκάλη σου κι όχι στο χώμα απάνω.
Για το σταυρό τσ’ αγάπης σου όσο βαρύς και να ’ναι/ ποτέ δε θα καταδεχτώ να γονατίσω χάμε.
ix Για παράδειγμα: Μια μαντζαδούρα ήτονε η πρώτη στρωμαθειά σου/ και τω ζουμπέρω η αναπνιά η πρώτη ζεστασά σου – μια Χριστουγεννιάτικη μαντινάδα, που αποτέλεσε και γλωσσικό μάθημα του Κρητικού ιδιώματος για τους μαθητές του, με αφορμή Χριστουγεννιάτικη σχολική γιορτή.
xΣήμερα, η Μαρία Καλεντάκη έχει εκδώσει επί πλέον, το βιβλίο Εθιά… πώς να σε ξεχάσω, Ηράκλειο, 2013.
xi Άλλες μαντινάδες και ποιήματά του:
Περδικοστραταρίστρα μου θαυμαζοζηλεμένη/ τραγουδογλυκολάλησε κλουβοφυλακισμένη.
Αν είχε σάρκα η μοίρα μου, ήθελα να τη γδάρω/ να κάμω την προβιά χαλί, εκδίκηση να πάρω.
Να μπόρουνε τη μοίρα μου να τηνε σύρω ντόγιες/ να τηνε ρίξω στη φωθιά να τηνε φάνε οι φλόγες.
Δεν ξαναπάω στο χωριό διότι δεν αξίζει/ αφού δεν έχω άθρωπο να με καλοσωρίζει. (για τη μάνα)
Στίχοι του: Απλώνω τα χέρια μου ν’ αγκαλιάσω τον κόσμο/ μα δε φτάνω κανένα/ κι ας περνάνε μπουλούκια/ ξυστά από δίπλα μου.
Είδα τον ήλιο να στεγνώνει τα σύννεφα/ και το μεράστρι να σκουπίζει το φεγγάρι/ είδα τη μάνα του Χριστού την Παναγιά/ και να χτενίζει ένα παλικάρι/ Να τανε άραγες ο ίδιος ο Χριστός/ ή μήπως ήτανε παιδί ορφανεμένο/ και το λυπήθηκε η Παναγιά/ και το χε τόσο καλοχτενισμένο…
xii Σήμερα ο Μανώλης Παπαδάκης έχει αφήσει δυσαναπλήρωτο καλλιτεχνικό κενό στον τόπο, λόγω του πρόωρου, πρόσφατου χαμού του.
xiii Άλλες μαντινάδες της: Φίλος αληθινός θα πει το μπέτη ντου να βάνει/ για να μην πληγωθείς εσύ στου τουφεκιού την κάννη.
Τσ’ αγάπης μας το λιόφυτο ποτιστικό το κάμε/ και την καρδιά μου λιόπανο θα τηνε στρώσω χάμε.
Ήθελα να ‘μαι θάλασσα την Κρήτη να κυκλώσω/ όση αγάπη στην καρδιά έχω να τση τη δώσω.
Όλου του κόσμου οι λαοί αν είν’ εχθροί ή φίλοι/ γροικούνε Κρήτη και ξεσπά ο θαυμασμός στα χείλη.
Σάμε να περιφέρεται η γης στον άξονά της/ χρυσή κορώνα θα φορεί την Κρήτη στα μαλλιά της.
Στην Κρήτη απάνω ανάλαφρο το κάθε ζάλο κάμε/ γιατί με αίμα η λευτεριά είναι γραμμένη χάμε.
Φράχτη θα βάλω στην καρδιά κειανείς να μη σιμώνει/ γιατί όποιος μπαίνει, αφορμή βρίχνει και την πληγώνει.
Αίμα σε κάνει του Χριστού κρασί ο ιερέας/ κι ο μερακλής ο άθρωπος θεμέλιο τση παρέας.
xiv Οι Γιώργης Αποστολάκης, Δημήτρης Βασιλάκης και Νίκος Γαργουλάκης δεν είναι πλέον εν ζωή. «O Τζαμπάζης , ο Τσουρλοδημήτρης και ο Τζιβιδίκος (και ο Παντελής ο Σταυρουλάκης) ήτανε χίλια χρόνια μαζί, κάνανε χιλιάδες παρέες, παίζανε μαζί. Καμία όσμωση στο ιδιαίτερο ύφος του καθένα!».
Βλ. Ψαράκης Κώστας, στο <http://www.youtube.com/watch?v=DYLQZnySdag>.
xv
Άλλες μαντινάδες του: Την πλάκα που μου βάλατε εγώ δε νταγιαντίζω/ ήθελα μόνο μια στιγμή κοντά σας να γλεντίζω. (για το λυράρη Π. Σταυρουλάκη)
Στον Άρειο Πάγο σκέφτηκα μήνυση να σου κάνω/ γιατί με πλήγωσες βαριά και δεν μπορώ να γιάνω.
xvi
Δυσαναπλήρωτο κενό για τον τόπο έχει αφήσει σήμερα, κατά τη δημοσίευση του παρόντος, και ο εξαίρετος και πηγαίος άνθρωπος, φιλόλογος, ποιητής- συγγραφέας Σήφης Κοσόγλου.